Στις 27 Οκτωβρίου 1914 συζητήθηκε στην Βουλή το θέμα της προμήθειας είκοσι φορτηγών αυτοκινήτων του στρατού, μετά την κατάθεση των σχετικών εγγράφων. Το ζήτημα απασχόλησε τις εφημερίδες της εποχής και χαρακτηρίστηκε ως το "σκάνδαλο των αυτοκινήτων".
Την συνεδρίαση της Βουλής απασχόλησε η παραγγελία που είχε δοθεί στο Λονδίνο τον Οκτώβριο του 1912, με την μεσολάβηση του Έλληνα πρόξενου κ. Σταυρίδη. Η "σκανδαλώδης προμήθεια" αφορούσε είκοσι φορτηγά αξίας 230 λιρών έκαστο, δηλαδή σύνολο 4.600 λιρών. Όμως αργότερα, αποφασίστηκε εκ νέου διαπραγμάτευση για τη παράδοση των οχημάτων στον Πειραιά αντί 7.800 λιρών! Ο βουλευτής κ. Σπυράκης, που ανέπτυξε την επερώτηση, ανέφερε ότι στην συνέχεια, με ενέργεια του πρεσβευτή στο Λονδίνο, "απεφασίσθη η προμήθεια άλλου συστήματος, του περί ού πρόκειται, με έκπτωσιν 120 λιρών επί της αξίας της αρχικώς συμφωνηθείσης". Κατόπιν ο ίδιος ανέλαβε την μεταφορά αντί της τιμής των 263 λιρών για το ατμόπλοιο "Εμπειρίκος". Όμως η πληρωμή του ναύλου δεν ήταν δικαιολογημένη, εφόσον το ατμόπλοιο ήταν επιτεταγμένο! Υπήρξε λοιπόν η άποψη πως ο υπουργός των Στρατιωτικών είχε την ευθύνη για αδικαιολόγητη ζημιά του δημοσίου, ύψους 64.000 δραχμών. Με την άφιξη των αυτοκινήτων στον Πειραιά, αυτά υποβλήθηκαν σε έλεγχο από ειδική επιτροπή, που είχε συσταθεί από τον ίδιο τον Πρωθυπουργό και βρέθηκαν σε "άθλια κατάσταση". Σύμφωνα με την αρμόδια έκθεση, "ουδέν είνε εις κατάστασιν να κινητοποιηθεί". Μάλιστα, υπήρξε η άποψη πως ήταν μάταιη ακόμα και η επίσκευή τους, εφόσον το κόστος θα ξεπερνούσε ακόμα και την αγορά καινούργιων φορτηγών και πως τα συγκεκριμένα άξιζαν μόνο για παλιοσίδερα! Όπωσδήποτε κρίθηκε ότι τα περισσότερα από τα εξαρτήματά τους ήταν παλιά και τα οχήματα βρίσκονταν από καιρό σε ακινησία. Η κυβέρνηση ζήτησε εξηγήσεις από την πωλήτρια εταιρεία, θεωρώντας πως είχε εξαπατηθεί. Ως απάντηση, η εταιρεία πρότεινε να στείλει δικό της μηχανικό ώστε να θέσει σε κίνηση τα οχήματα, λέγοντας ότι η ελληνική επιτροπή που τα εξέτασε ήταν αμαθής και ανίκανη να τα θέσει σε λειτουργία. Μετά από πολλές συνεννοήσεις και ενώ το υπουργείο δέχτηκε να αναλάβει την πληρωμή 50 λιρών για τα έξοδα του ταξιδιού, ο Βρετανός μηχανικός αφίχθη στην Αθήνα. Όμως ούτε οι δικές του ενέργειες είχαν αποτέλεσμα. Στην συνέχεια υπήρξε σύσταση νέας επιτροπής, χωρίς την συμμετοχή του Βρετανού, ξανά χωρίς αποτέλεσμα. Μετά από όλα αυτά, το υπουργείο απευθύνθηκε στον Έλληνα πρέσβη ώστε να πρστατεύσει τα συμφέροντα του Δημοσίου. Η αντίδραση του ήταν η πλήρης... αδιαφορία, στέλνοντας απάντηση μετά από εφτά μήνες(!) και ενώ εν τω μεταξύ το Δημόσιο είχε υποστεί ζημιά ύψους 200.000 δραχμών.
Οι προσπάθειες για την καταβολή αποζημίωσης από την εταιρεία αποδείχθηκαν άκαρπες, ενώ ο ίδιος ο πρέσβης στο Λονδίνο ανέφερε στο υπουργείο ότι το ελληνικό Δημόσιο δεν είχε δικαίωμα αποζημίωσης από την εταιρεία! Αυτό όμως δεν ήταν το μοναδικό σκάνδαλο που απασχολούσε την κυβέρνηση Βενιζέλου εκείνη την εποχή. Είχε προκύψει και το ζήτημα της εισαγωγής γαιάνθρακα σε μεγαλύτερη ποσότητα από όση είχε ορίσει η κυβέρνηση, με πρωτοβουλία του Αγαμέμνωνα Σλήμαν, γιό του γνωστού αρχαιολόγου Ερρίκου Σλήμαν. Ο Αγ. Σλήμαν είχε ασχοληθεί με την πολιτική και εκείνη την περίοδο ήταν πρέσβης στην Ουάσινγκτον. Μετά το ξέσπασμα του πολέμου στην Ευρώπη, το καλοκαίρι του 1914, η κυβέρνηση έδωσε εντολή για την αγορά 20.000 τόνων γαιάνθρακα από την αμερικάνικη αγορά, που ήταν ακόμα ανοικτή. Όμως ο Σλήμαν, με δική του πρωτοβουλία, προχώρησε την αγορά 80.000 τόνων! Φυσικά ξέσπασε σκάνδαλο και σε αυτή την περίπτωση, όμως δεν πέρασε απαρατήρητη και μια ακόμα ενέργεια του. Ήταν η απευθείας αγορά μιας ορισμένης μάρκας φορτηγών, για τις ανάγκες του στρατού (περίπου 25-30 οχήματα). Παρά το γεγονός ότι υπήρξαν προσφορές από διάφορες κατασκευάστριες εταιρείες, εκείνος τις αγνόησε χωρίς να τις εξετάσει καν. Έτσι προτίμησε κατευθείαν την αγορά των φορτηγών μάρκας Kissel, αξίας 1.810 δολαρίων έκαστο, κάτι που σχολιάστηκε από μερίδα του Τύπου. Αργότερα ισχυρίστηκε πως είχε λάβει εντολή από την Αθήνα για την αγορά των συγκεκριμένων φορτηγών και πως οι υπόλοιπες προσφορές δεν ήταν συμφέρουσες. Την αντιπροσωπεία των φορτηγών Kissel στην Ελλάδα είχε ο Ανδρέας Βήχος.
Παρόλα αυτά υπήρξαν και αντιδράσεις πάνω στο θέμα, όπως η επιστολή που απέστειλε η Federal Motor Truck Company στον αντιπρόσωπό της στην Ελλάδα και ανέφερε τα εξής...
"Όσον αφορά την παραγγελίαν των στρατιωτικών αυτοκινήτων σας καθιστώμεν γνωστόν ότι ο Πρεσβευτής της Ελλάδος ευρίσκετο εσχάτως εν Νέα Υόρκη προς τον σκοπόν αυτόν και κατεβάλαμεν πάσαν δυνατήν προσπάθειαν όπως πωλήσωμεν εις αυτόν αυτοκίνητα "Φέντεραλ", αλλ' ούτος ουδέ παρέσχε ημίν την ευκαιρίαν να τα επιδείξωμεν προς αυτόν, αγοράσας περί τα 30 αυτοκίνητα της Εταιρίας Κίσελ Καρ. Τα αυτοκίνητα ταύτα δεν δύνανται να συγκριθώσι προς τα ημέτερα ως προς την ποιότητα και την τιμήν. Προς απόδειξιν της υπεροχής των ημετέρων αυτοκινήτων σάς αναφέρομεν ότι πωλούμεν περισσότερα αυτοκίνητα εις την περιοχήν των υποκαταστημάτων της Κίσελ Καρ παρ'όσα πωλεί αυτή η ιδία. Συνεπώς εις την ελευθέραν αγοράν δυνάμεθα να υπερτερήσωμεν ασφαλέστερον την Εταιρίαν ταύτην.
Εδοκιμάσαμεν μετ'επιμονής να συμφωνήσωμεν μετά του Πρεσβευτού όπως αποστείλωμεν δείγματα, και άνευ πληρωμής μάλιστα, διότι είμεθα πεπεισμένοι ότι αφού εδοκίμαζον τα ημέτερα αυτοκίνητα θα ηυχαριστούντο τοσούτον με την χρήσιν των ώστε μόνον "Φέντεραλ" αυτοκίνητα θα ηγόραζαν εις το μέλλον, αδυνατούμεν όμως να εννοήσωμεν διατί απετύχομεν εις τας ενεργείας μας μέχρι της σήμερον. Δυστυχώς καθ'όν χρόνον ησχολούμεθα εις την υπόθεσιν ταύτην μετά του πρεσβευτού, ηγνοούμεν ότι ενδιαφέρεσθε δια αυτήν, και ηλαττώσαμεν τάς τιμάς εις το κατώτατον δυνατόν όριον, δηλαδή υπεβιβάσαμεν αυτάς κατά 25 τοίς εκατόν".
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου