Δευτέρα 18 Νοεμβρίου 2024

Οκτώβριος 2024. Πτωτική η πορεία στην ελληνική αγορά αυτοκινήτου. To Toyota Yaris Cross στην κορυφή.

 


Συνεχίστηκε η πτωτική πορεία στην ελληνική αγορά αυτοκινήτου τον Οκτώβριο, με συνολικά 9.661 ταξινομήσεις έναντι 11.401 τον ίδιο μήνα πέρσι (-14.3%). To αποτέλεσμα της πτώσης τους τέσσερις τελευταίους μήνες, είχε ως αποτέλεσμα η συνολική εικόνα της αγοράς να είναι ελάχιστα καλύτερη σε σχέση το 2023. Το διάστημα Ιανουαρίου-Οκτωβρίου 2024, οι ταξινομήσεις νέων επιβατικών αυτοκινήτων ανήλθαν σε 117.795 μονάδες έναντι 115.792 το αντίστοιχο διάστημα πέρσι (+1.7%). Tα αμιγώς ηλεκτρικά αυτοκίνητα (BEV) πέτυχαν 918 πωλήσεις τον Οκτώβριο, με ποσοστό 9.5%. Στους δέκα πρώτους μήνες του έτους κατέκτησαν ποσοστό 5.5% με 6.520 μονάδες έναντι 4.3% και 5.359 μονάδες πέρσι (+21.7%). 

Η Toyota κινήθηκε στους γνωστούς υψηλούς ρυθμούς της και ήρθε πρώτη στις πωλήσεις του μήνα, με 1.765 μονάδες και ποσοστό 18.3%. Στην δεύτερη θέση ήρθε η Suzuki με 724 μονάδες και ποσοστό 7.5%, ενώ η Peugeot βρέθηκε στην τρίτη θέση με 690 μονάδες και 7.1%. Αυτή είναι η κατάταξη και σε επίπεδο έτους, χωρίς καμία μεταβολή στην πρώτη τριάδα. H διαφορά της Toyota από τον ανταγωνισμό είναι πλέον θεαματική, εφόσον στους δέκα πρώτους μήνες η ιαπωνική φίρμα κατέκτησε το 17.6% της ελληνικής αγοράς με 20.696 μονάδες, αύξηση 40.9% σε σχέση με πέρσι. Η Suzuki ακολούθησε στην δεύτερη θέση με ποσοστό 8.1% και 9.506 μονάδες, ενώ πέρσι κατείχε το 5.1% με 5.900 μονάδες (+61.1% ) και βρισκόταν στην έβδομη θέση της κατάταξης. Η Peugeot παρέμεινε στην τρίτη θέση του έτους με 9.370 μονάδες και ποσοστό 8.0%. Αυτό σημαίνει πως η γαλλική εταιρεία δεν υπολείπεται σημαντικά έναντι της Suzuki και θα παλέψει μέχρι τέλους για την δεύτερη θέση. Πολύ καλή επίδοση τον Οκτώβριο για την BMW, που ήρθε τέταρτη με 679 πωλήσεις και ποσοστό 7.0%, το υψηλότερο που έχει πετύχει ως τώρα για το 2024. Η επίδοση αυτή της επέτρεψε να κερδίσει μια θέση στην κατάταξη του έτους και βρέθηκε έβδομη στο πρώτο δεκάμηνο. Την πρώτη πεντάδα του μήνα συμπλήρωσε η Hyundai, με 540 πωλήσεις και ποσοστό 5.6%. 

Εντύπωση προκαλεί η ιδιαίτερα υποτονική παρουσία της Citroen, που βρέθηκε στην 25η θέση με μόλις... 92 πωλήσεις τον Οκτώβριο (1.0%). Ενδιαφέρον έχει η σημαντικά βελτιωμένη εικόνα της BYD, που τερμάτισε στην δέκατη θέση του μήνα, με 336 μονάδες και ποσοστό 3.5%. Στό σύνολο του έτους πάντως κατείχε μόλις το 0.7% της αγοράς, που σημαίνει ότι την επόμενη χρονιά η κινέζικη φίρμα έχει να διανύσει μεγάλη απόσταση ώστε να καταστεί πλήρως ανταγωνιστική. Την χειρότερη επίδοση του έτους κατέγραψε τον Οκτώβριο η Fiat, που ήρθε στην 19η θέση με 166 πωλήσεις και ποσοστό 1.7%. Αυτό της στοιχίσε δύο θέσεις στην γενική κατάταξη, εφόσον βρέθηκε ένατη από έβδομη που ήταν στο διάστημα Ιανουαρίου-Σεπτεμβρίου. Η απώλεια αυτή ευνόησε την BMW και την Volkswagen, που επίσης κέρδισε μια θέση και βρέθηκε όγδοη, με μικρή διαφορά μπροστά από την ιταλική εταιρεία. 

Πρώτο σε πωλήσεις μοντέλο τον Οκτώβριο ήταν το Toyota Yaris Cross, με 585 μονάδες. Το μικρό SUV προηγείται και στο έτος, με συνολικά 6.994 μονάδες στο διάστημα Ιανουαρίου-Οκτωβρίου. Στην δεύτερη θέση βρέθηκε το Toyota Yaris με 402 μονάδες τον Οκτώβριο και 6.251 μονάδες στο δεκάμηνο. H BMW X1 κατέκτησε την τρίτη θέση του μήνα με 375 μονάδες, όμως στο έτος την θέση αυτή κατέχει το Peugeot 2008 με συνολικά 4.620 μονάδες. Η κατηγορία των supermini (segment B) είναι η δημοφιλέστερη στην Ελλάδα, με 64.563 μονάδες και ποσοστό 54.85% στους δέκα πρώτους μήνες του έτους. Από το σύνολο, οι 36.196 μονάδες αφορούν την υποκατηγορία των B-SUV (30.75%) και οι 28.367 τα παραδοσιακά supermini (24.1%). Ανεξάρτητα από κατηγορία, τα SUV κατέκτησαν συνολικά το 58.9% της ελληνικής αγοράς, με 69.358 μονάδες στο δεκάμηνο. 













Β.Α
Hellenic Motor History © (2024)
Στοιχεία πωλήσεων: ΣΕΑΑ



Σάββατο 16 Νοεμβρίου 2024

Ελληνική αγορά αυτοκινήτου 2010. Oρατά τα έντονα σημάδια της κρίσης, με σημαντική υποχώρηση στις πωλήσεις επιβατικών αυτοκινήτων.

 


H εγχώρια αγορά αυτοκινήτου σημείωσε σημαντική πτώση το 2009, με την έναρξη της οικονομικής κρίσης στην Ελλάδα. Εκείνη την χρονιά οι πωλήσεις στα καινούργια επιβατικά αυτοκίνητα ήταν μειωμένες κατά -20.3% έναντι του 2008, η μεγαλύτερη υποχώρηση που υπήρξε στην ελληνική αγορά από το... 1994. Όμως οι πωλήσεις παρέμειναν σε ικανοποιητικά επίπεδα και σίγουρα ήταν σε πιο ρεαλιστικό πλαίσιο για τα ελληνικά δεδομένα. Τα αίτια της υποχώρησης πάντως εξασφάλιζαν την περαιτέρω συρρίκνωση της αγοράς, κάτι που όλοι ανέμεναν. Αυτό έγινε απολύτως σαφές την αμέσως επόμενη χρονιά, το 2010.

Το έτος ξεκίνησε σε ικανοποιητικούς ρυθμούς, με 26.584 μονάδες τον Ιανουάριο, ενώ στο πρώτο τρίμηνο η αγορά αυτοκινήτου κινήθηκε ανοδικά σε σχέση με το 2009, με 59.365 μονάδες έναντι 49.211 (+20.6%). Στην συνέχεια η αγορά άρχισε να δείχνει έντονα σημάδια υποχώρησης, σε αντίθεση με το 2009 που η αγορά ανέβασε έντονα ρυθμούς την περίοδο Μαΐου-Αυγούστου. Oι ταξινομήσεις στο σύνολο της χρονιάς ανήλθαν σε 141.499 μονάδες έναντι 220.548 το προηγούμενο έτος (-46.8%). Όπως είναι φυσικό, το 2010 όλοι οι κατασκευαστές είχαν απώλειες στην χώρα μας, ενώ υπήρξαν και οι σχετικές ανακατατάξεις. Η Toyota διατήρησε την θέση της στην κορυφή, με 16.716 μονάδες από 21.007 μονάδες το 2009 (-20.4%). Παρά τις απώλειες στον αριθμό πωλήσεων, το ποσοστό της αυξήθηκε στο 11.8% έναντι 9.5% το προηγούμενο έτος. Η Opel κέρδισε μια θέση και βρέθηκε δεύτερη στην γενική κατάταξη, με 13.003 μονάδες από 17.245 (-24.6%), με το ποσοστό της στο 9.2% από 7.8% που κατείχε το 2009. Αύξηση στο ποσοστό της είχε και η Volkswagen με 9.1% από 8.5%, όμως έπεσε μια θέση και ήρθε τρίτη. Οι πωλήσεις της ανήλθαν σε 12.936 μονάδες από 18.745 το προηγούμενο έτος (-31.0%). Η Ford παρέμεινε στην τέταρτη θέση με οριακή άνοδο στο ποσοστό της, 7.2% από 7.1% που κατείχε το 2009 και τις πωλήσεις της στις 10.165 μονάδες έναντι 15.572 (-34.7%). Την πρώτη πεντάδα συμπλήρωσε η Hyundai, με 9.432 μονάδες από 12.069 το 2009 (-21.8%). Η κορεάτικη φίρμα ανέβηκε μια θέση από το προηγούμενο έτος και το ποσοστό της αυξήθηκε σε 6.7% από 5.5%. Σε αυτό βοήθησε και η έντονη υποχώρηση της Suzuki, που έπεσε στην ένατη θέση από την πέμπτη που κατείχε το 2009. Η Citroen ήταν η μεγάλη εξαίρεση της χρονιάς, με αύξηση πωλήσεων 
+11.1% και το ποσοστό της στο 4.3% από 2.5% το προηγούμενο έτος. Η επίδοσή της είχε ως αποτέλεσμα να ανέβει στην δέκατη θέση, από την δέκατη έκτη που κατείχε το 2009. 

Tα πρώτα σε πωλήσεις μοντέλα ανήκαν στην κατηγορία των supermini (segment B), που κυριάρχησαν στο συνολο της αγοράς με συνολικά 47.289 μονάδες και ποσοστό 33.4%. Να σημειωθεί πως το 2009 την πρώτη θέση κατείχαν τα μικρομεσαία οικογενειακά αυτοκίνητα (segment C), που πλέον ήταν στην δεύτερη θέση με 37.811 μονάδες και ποσοστό 26.7%. Τα μικρά αυτοκίνητα πόλης (segment A) ήταν η τρίτη πιο δημοφιλής κατηγορία, με 23.401 μονάδες και ποσοστό 16.5%. Best seller της χρονιάς ήταν το Toyota Yaris με 5.776 μονάδες, ενώ δεύτερο ήρθε με μικρή διαφορά το Ford Fiesta με 5.685 μονάδες (best seller το 2009). Το Opel Corsa ήρθε τρίτο σε συνολικές πωλήσεις με 5.405 μονάδες. 

Το 2010 σηματοδότησε την απότομη προσαρμογή της εγχώριας αγοράς αυτοκινήτου στα νέα δεδομένα που επέβαλε η οικονομική κρίση, μετά από μια ξέφρενη δεκαετία υψηλών πωλήσεων και ευφορίας. Τα επόμενα χρόνια θα έφερναν ακόμα... χειρότερες μέρες και την επιστροφή της αγοράς στα επίπεδα της δεκαετίας του '80. Έως σήμερα οι πωλήσεις νέων επιβατικών αυτοκινήτων στην χώρα μας δεν έχουν υπερβεί τα επίπεδα του 2010, κάτι που πιθανότατα δεν θα συμβεί ούτε φέτος. 




Στην κατηγορία των 4Χ4-SUV o ΣΕΑΑ κατατάσσει το Skoda Yeti, αν και διέθετε και μη τετρακίνητες εκδόσεις. 








Β.Α
Hellenic Motor History © (2024)
Στοιχεία πωλήσεων: ΣΕΑΑ



Σάββατο 9 Νοεμβρίου 2024

VW Lupo. H μεγαλύτερη εμπορική αποτυχία στην νεότερη ιστορία της Volkswagen στην Ελλάδα (και στην Ευρώπη).

 


Είναι γνωστό ότι και οι πιο επιτυχημένες εταιρείες έχουν τις άτυχες στιγμές τους. Στον χώρο της αυτοκινητοβιομηχανίας, μια τέτοια περίπτωση είναι η Volkswagen. Η γερμανική φίρμα εδραιώθηκε σε παγκόσμιο επίπεδο με την τεράστια επιτυχία του Beetle στα μεταπολεμικά χρόνια. Ο σκαραβαίος παρέμεινε δημοφιλής έως τις αρχές της δεκαετίας του '70, επισκιάζοντας όλα τα υπόλοιπα μοντέλα στην γκάμα της Volkswagen. Όμως αυτή η γκάμα ήταν πλέον ξεπερασμένη τόσο σε σχεδιαστικό όσο και σε τεχνολογικό επίπεδο και η Volkswagen ήταν φανερό ότι δεν μπορούσε να είναι ανταγωνιστική για πολύ ακόμα. Στα μέσα της ίδιας δεκαετίας η εταιρεία παρουσίασε μια νέα γενιά μοντέλων, μεταξύ των οποίων το μικρομεσαίο Golf. Mια νέα χρυσή εποχή ξεκινούσε για την Volkswagen, που πλέον αντίκρυζε το μέλλον με αισιοδοξία. Στην χώρα μας την εκπροσώπηση της Volkswagen ανέλαβε η "Kosmocar" στις αρχές του 1971. Εκείνη την εποχή οι πωλήσεις της στην εγχώρια αγορά βασίζονταν φυσικά στον σκαραβαίο, ενώ τα υπόλοιπα μοντέλα ανήκαν σε μεγαλύτερες κατηγορίες και ήταν εκ των πραγμάτων λιγότερο ελκυστικά σε οικονομικό επίπεδο. Xαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα του VW 411, που είχε παρουσιαστεί στην ελληνική αγορά τον Μάιο του 1969. Ήταν το πρώτο μεγάλο τετράθυρο μοντέλο που πρόσφερε η φίρμα, όμως ήταν διαθέσιμο με έναν κινητήρα στα 1.700 cc τοποθετημένο πίσω (!) και αποτελούσε μια ακριβή εναλλακτική πρόταση από έναν κατασκευαστή που μέχρι τότε κυριαρχούσε στα προσιτά μικρά αυτοκίνητα. Ήταν εύλογο πως το μοντέλο αυτό δεν θα μπορούσε να έχει επιτυχία στην ελληνική αγορά, αν και η πορεία του δεν μπορεί να κριθεί ως επιτυχημένη ούτε στις αγορές του εξωτερικού. Όμως μετά την είσοδο της Volkswagen στην νέα εποχή, με σύγχρονα και πλήρως ανταγωνιστικά μοντέλα, η πορεία της κατά την δεκαετία του '80 και του '90 μπορεί να χαρακτηριστεί ως ένα από τα μεγαλύτερα success story, ώστε να κατακτήσει την κορυφή της ευρωπαϊκής αγοράς αυτοκινήτου. Η παρουσία της ήταν σταθερά ισχυρή στις πιο εμπορικές κατηγορίες της Ευρώπης, ενώ το Golf κυριαρχούσε στα μικρομεσαία οικογενειακά μοντέλα. 



Tην δεκαετία του '80 η "Kosmocar" ήταν αναγκασμένη να στηρίζει την παρουσία της στην εγχώρια αγορά σχεδόν αποκλειστικά στο Golf, για λόγους που είχαν να κάνουν με τις συνθήκες που επικρατούσαν εκείνη την περίοδο στην χώρα μας. Την δεκαετία του '90 οι συνθήκες έγιναν πιο ευνοϊκές και η Volkswagen άρχισε να έχει έντονη παρουσία και στις υπόλοιπες εμπορικές κατηγορίες και ιδιαίτερα στα supermini με την τρίτη γενιά του Polo, που παρουσιάστηκε στην Ελλάδα στα τέλη του 1994. Όμως στα τέλη του 1998 η Volkswagen αποκάλυψε στο κοινό ένα νέο μοντέλο, στην μικρότερη κατηγορία των αυτοκινήτων πόλης. Η κίνηση αυτή φαινόταν λογική, με δεδομένο ότι το Polo είχε μεγαλώσει σε διαστάσεις και επιπλέον ο ανταγωνισμός διέθετε ήδη επιτυχημένες προτάσεις στην κατηγορία, όπως το Renault Twingo (1992) και το Ford Ka (1996). To νέο μοντέλο ονομάστηκε Lupo και βασίστηκε στο πάτωμα του Polo, ενώ ήταν διαθέσιμο με κινητήρες βενζίνης και diesel (oι τελευταίοι αδιάφοροι στην χώρα μας εκείνη την εποχή). H σχεδίασή του έφερνε μια νέα φιλοσοφία που τόνιζε το νεανικό προφίλ του μοντέλου, με στρογγυλούς προβολείς και απότομο κόψιμο στο πίσω μέρος. To εσωτερικό ήταν όμοιο με αυτό στην ανανεωμένη γενιά Polo (6N2), δίνοντας προσοχή στην λεπτομέρεια και ενισχύοντας την αίσθηση της ποιότητας. 

Παρά το γεγονός ότι η Volkswagen διέθετε ένα "ελκυστικό" πακέτο, φαίνεται ότι τελικά δεν έπεισε το αγοραστικό κοινό. Θα ήταν επιεικές να πούμε ότι η αρχική αντίδραση του κοινού στην χώρα μας ήταν έστω και χλιαρή, ενώ γρήγορα αποδείχθηκε ως εντελώς "παγωμένη". Από την εμφάνισή του στην ελληνική αγορά το 1999 έως το τέλος της παραγωγής του το 2005, οι συνολικές του πωλήσεις ανήλθαν σε 990 μονάδες. Δηλαδή σε μια περίοδο επτά ετών δεν πέτυχε καν να υπερβεί τις χίλιες μονάδες, ενώ την ίδια περίοδο ακόμα και το σημαντικά ακριβότερο και εντελώς niche φιλοσοφίας New Beetle πέτυχε περισσότερες πωλήσεις στην Ελλάδα, με 1.686 μονάδες! Η ελληνική αντιπροσωπεία επέλεξε να εισάγει το Lupo με τον κινητήρα στα 1.400 cc (75 ps), χωρίς κανένα ιδιαίτερο πλεονέκτημα στην τιμή αγοράς έναντι του Polo με τον ίδιο κινητήρα. Επιπλέον, υπήρχε η δυνατότητα επιλογής του Polo με τον κινητήρα στα 1.000 cc (50 ps), με χαμηλότερο κόστος αγοράς, χαμηλότερο τεκμήριο και, επιπλέον, δυνατότητα επιλογής πεντάθυρου αμαξώματος (το Lupo ήταν αποκλειστικά τρίθυρο). Τα παραπάνω ήταν σημαντικά στοιχεία στο νεανικό αγοραστικό κοινό. Φυσικά πιο ελκυστικές προτάσεις στα supermini διέθετε και ο ανταγωνισμός, όμως στην κατηγορία του το Lupo είχε απέναντι το Renault Twingo, με κινητήρα στα 1.200 cc και σημαντικά χαμηλότερη τιμή, ακόμα και σε εκδόσεις με πλουσιότερο εξοπλισμό. Το πλεονέκτημα αυτό δεν είναι μόνο θεωρητικό εφόσον αποτυπώνεται ξεκάθαρα στα νούμερα πωλήσεων. Το 2000 οι πωλήσεις του Twingo στην χώρα μας ανήλθαν σε 1.046 μονάδες έναντι μόλις 188 του Lupo! Φυσικά υπήρχαν και εντυπωσιακά δημοφιλέστερες επιλογές στην κατηγορία, όπως τα Daewoo Matiz και Fiat Seicento ενώ ο απόλυτος πρωταγωνιστής ήταν το Hyundai Atos. Nα σημειωθεί πως η αδύναμη πορεία του Lupo ήταν κανόνας στις περισσότερες ευρωπαϊκές αγορές. Ενδεικτικά, στην Ισπανία οι πωλήσεις του την περίοδο 1999-2005 ανήλθαν σε μόλις 7.641 μονάδες. Ακόμα και το Seat Arosa, η ισπανική εκδοχή του μοντέλου, δεν μπορεί να θεωρηθεί ως επιτυχία παρότι πέτυχε στο ίδιο διάστημα 19.207 πωλήσεις. Μόνο στην Γερμανία είχε το Lupo ένα αξιοπρεπές ξεκίνημα και διατήρησε ικανοποιητικές πωλήσεις τα επόμενα δύο χρόνια, όμως με διαρκή υποχώρηση από έτος σε έτος. Στην Ελλάδα αποτελεί την μεγαλύτερη εμπορική αποτυχία της Volkswagen, με δεδομένο ότι παρουσίαστηκε σε μια ευνοϊκή περίοδο για την εγχώρια αγορά, με την φίρμα να διαθέτει δυνατό όνομα και ισχυρή παρουσία στις κυριότερες κατηγορίες. Επιπλέον το Lupo ήταν ένα μικρό αυτοκίνητο αυτοκίνητο πόλης, που εκ των πραγματων έπρεπε να είναι προσιτό. Χωρίς να είναι "ακριβό" με απόλυτα κριτήρια, πάντως δεν ήταν απολύτως ανταγωνιστικό. Παρά τα όποια πλεονεκτήματα, στην πράξη αποδείχθηκε πως δεν διέθετε την σωστή αναλογία στην σχέση "αξίας/τιμής", που ήταν απαραίτητη σε ένα αυτοκίνητο αυτής της κατηγορίας. 

 




B.A
Έρευνα © Hellenic Motor History (2024) 
Στοιχεία πωλήσεων: ΣΕΑΑ & ANFAC (Ισπανία).


Κυριακή 3 Νοεμβρίου 2024

Δεκαετία '90. H Maserati επιταχύνει και πρωταγωνιστεί στα αυτοκίνητα υψηλών επιδόσεων της ελληνικής αγοράς. Η "χρυσή" περίοδος της ιταλικής φίρμας στην Ελλάδα.

 


H Maserati δεν χρειάζεται συστάσεις. H ιταλική φίρμα έχει μια μακρόχρονη ιστορία (ιδρύθηκε το 1914), που περιλαμβάνει αγωνιστική δράση, τρόπαια, εξωτικά σπορ αυτοκίνητα, εξαγορές και οικονομικές δυσκολίες ως τα πρόθυρα της χρεοκοπίας. Το 1993 η Maserati πέρασε στο έλεγχο της Fiat και συνέχισε την πορεία της μέσα από διάφορα εταιρικά σχήματα του ιταλικού κολοσσού. Σήμερα ανήκει στον όμιλο Stellantis και αποτελεί ένα από τα πλέον αναγνωρίσιμα ονόματα στον χώρο του αυτοκινήτου παγκοσμίως. Φυσικά η Maserati συνεχίζει να είναι ένας κατασκευαστής μικρής κλίμακας, με ένα σημαντικό ποσοστό των πωλήσεών της να βασίζεται στην αγορά των Η.Π.Α. Τα τελευταία χρόνια έχει επεκταθεί στην κατηγορία των SUV πολυτελείας, μια τάση που ακολούθησαν σχεδόν όλοι οι "εξωτικοί" κατασκευαστές (Porsche, Lamborghini, Bentley, Ferrari, Lotus). Βέβαια, η Maserati ήταν ο μοναδικός κατασκευαστής σπορ αυτοκινήτων που διέθετε και ένα τετράθυρο μοντέλο στην μεγάλη πολυτελή κατηγορία, με την Quattroporte από την δεκαετία του '60.

Τα αυτοκίνητα της Maserati απευθύνονταν σε περιορισμένο κοινό σε όλο τον κόσμο, ενώ είναι εύλογο ότι ελάχιστους αφορούσε η ιταλική φίρμα στην Ελλάδα. Αυτό δεν σημαίνει πως η Maserati απουσίαζε, εφόσον υπήρξαν επιχειρήσεις που ανέλαβαν την εισαγωγή και διάθεση των ιταλικών αυτοκινήτων στην χώρα μας, όπως η "ΕΛΕΤΕΞ" (Ελληνική Εταιρεία Εξωτερικού Εμπορίου) με έδρα στην οδό Ερμού 7  και η "Αριστ. Καρέλας" ΑΒΕΞ στην Λεωφ. Κηφισού 11 την δεκαετία του '70. Την δεκαετία του '80 η Maserati ακολούθησε την τύχη που είχαν όλοι οι "ειδικοί" κατασκευαστές σπορ και πολυτελών αυτοκινήτων στην χώρα μας, πέρασε δηλαδή στην πλήρη αφάνεια. Αυτό ήταν αποτέλεσμα της παρανοϊκής πολιτικής απέναντι στο ιδιωτικό αυτοκίνητο, που καθιστούσε ανάλογες επιλογές εκτός πραγματικότητας ακόμα και για τους ελάχιστους τυχερούς. Ως εκείνη την εποχή, οι γενικότερες εξελίξεις είχαν αναγκάσει την Maserati να παρουσίασει πιο  "προσγειωμένα" μοντέλα, με κινητήρες μικρότερου κυβισμού και περισσότερο συμβατική σχεδίαση, όπως η Biturbo, η 228 και η 430. 

Όμως την δεκαετία του '90 οι συνθήκες στην εγχώρια αγορά αυτοκινήτου βελτιώθηκαν και το κλίμα έγινε θετικό για την επιστροφή των κατασκευαστών που είχαν τεθεί εκτός παιχνιδιού τα προηγούμενα χρόνια. Μεταξύ αυτών και η Maserati. To 1990 ιδρύθηκε η "Trident Cars" Α.Ε που ανέλαβε την αντιπροσωπεία της Maserati στην Ελλάδα. H έδρα ήταν επί της Χ. Τρικούπη 141 στη Ν. Ερυθραία. Με διαθέσιμα μοντέλα στα 2.000 cc, το κόστος αγοράς παρέμενε υψηλό αλλά όχι απαγορευτικό για τους λίγους που ήθελαν ένα "καθαρόαιμο" πολυτελές αυτοκίνητο που θα τους επέτρεπε να ξεχωρίζουν από το πλήθος. Και όπως αποδείχθηκε, αρκετοί  ήταν διατεθειμένοι να επενδύσουν ένα σεβαστό ποσό στα ιταλικά αυτοκίνητα με σήμα την τρίαινα. 



Το 1991 ταξινομήθηκαν στην χώρα μας 13 Maserati. Tην ίδια χρονιά η Lotus πέτυχε τον ίδιο αριθμό πωλήσεων, με τα βρετανικά σπορ αυτοκίνητα να διατίθενται μέσα από το δίκτυο της "Trident Cars" A.E. Ελαφρώς βελτιωμένη ήταν η επίδοση της Maserati στην χώρα μας το 1992, με συνολικά 15 αυτοκίνητα. Όμως οι πωλήσεις της ιταλικής φίρμας εκτινάχθηκαν το 1993, με 54 μονάδες (+260%)!. Το αποτέλεσμα ήταν εντυπωσιακό για αυτοκίνητα σε αυτή την κατηγορία τιμής, εκείνη την εποχή. Επιπλέον η Maserati κατέγραψε πωλήσεις για όλους τους μήνες του έτους. Ήταν η μοναδική φίρμα πολυτελείας που είχε επιτύχει κάτι τέτοιο στην χώρα μας εκείνη την περίοδο, κάτι που έκτοτε το επανέλαβε ακόμα μια φορά το 2003, αλλά με πολύ χαμηλότερες πωλήσεις ανά μήνα και συνολικά 15 μονάδες για όλο το έτος. Είναι γεγονός ότι το 1993 ένα ιταλικό αυτοκίνητο με κινητήρα V6 απόδοσης 240 ίππων από 2.000 cc και αρχική τιμή στα 15.000.000 δραχμές περίπου (224/422), δύσκολα άφηνε αδιάφορο κάποιον με την απαραίτητη οικονομική άνεση. H 2λιτρη Ghibli V6 απέδιδε 305 ίππους από τα ίδια κυβικά, με επιτάχυνση 0-100 σε μόλις 5.7" και στοίχιζε γύρω στα 23.000.000 δραχμές, τιμή μάλλον "λογική" για ένα τέτοιο αυτοκίνητο. Εκείνη την περίοδο η Porsche διέθετε στο ίδιο εύρος τιμής την 968 CS Coupe, με απόδοση 240 ίππους από 3.000 cc. Τα επόμενα χρόνια οι πωλήσεις της Maserati επέστρεψαν σε πιο ρεαλιστικά επίπεδα, όμως παρέμειναν αναμφίβολα ικανοποιητικές για τα δεδομένα της ελληνικής αγοράς. Στην γκάμα της Maserati προστέθηκε η Quattroporte (4η γενιά), που συνδύαζε την δυναμική σχεδίαση και την πολυτέλεια με τις επιδόσεις του V6 κινητήρα στα 2.000 cc, με απόδοση 287 ίππους και 0-100 σε 5.9". Από άποψη τιμής το συγκεκριμένο μοντέλο είχε να ανταγωνιστεί στην χώρα μας premium προτάσεις πιο mainstream κατασκευαστών σε υψηλότερη κατηγορία κυβισμού (π.χ BMW 728i), αλλά και τις πιο προσιτές εκδόσεις της Jaguar XJ στα 3.200 cc. 

Το 1998 ήταν η χρονιά με τις λιγότερες πωλήσεις της δεκαετίας, με μόλις 10 μονάδες, όμως στο σύνολο της εξεταζόμενης περιόδου η Maserati διέθεσε στην χώρα μας συνολικά 200 αυτοκίνητα. Το νούμερο αφορά το διάστημα 1991-1999, είναι άγνωστο αν διατέθηκε μικρός αριθμός αυτοκινήτων το 1990 (δεν βρέθηκαν στοιχεία). Έως τότε ήταν αδιανόητη μια τέτοια επίδοση για έναν κατασκευαστή σαν την Maserati στην ελληνική αγορά αυτοκινήτου. Καλή ήταν η εικόνα και για την Lotus, που επίσης πέτυχε αξιόλογες πωλήσεις για τα δεδομένα της εποχής (κυρίως χάρη στην μικρή Elan), όμως ήταν πίσω από την Maserati. H μοναδική φίρμα υψηλού κόστους που πέτυχε περσισσότερες πωλήσεις ήταν η Jaguar, που όμως είχε γνωρίσει καλές μέρες στην χώρα μας και στο παρελθόν (δεκαετία '60 & 70), ενώ απευθυνόταν σε ένα κοινό που έδινε μεγαλύτερη σημασία στο πρεστίζ και την πολυτέλεια. Πάντως η Jaguar πέρασε μπροστά σε πωλήσεις από το 1995 και μετά. Έως σήμερα, η δεκαετία του '90 αποτελεί την καλύτερη περίοδο για την Maserati στην Ελλάδα. Ακόμα και την "χρυσή" δεκαετία που ακολούθησε, οι πωλήσεις της ήταν μεν ικανοποιητικές, όμως δεν έφτασαν τα επίπεδα των 90s, εφόσον στο διάστημα 2000-2009 διατέθηκαν στην χώρα μας συνολικά 152 Maserati. 

Σήμερα η "Trident Cars" συνεχίζει να εκπροσωπεί την Maserati στην χώρα μας (όπως και τις Lotus  & Lamborghini). Η προηγούμενη δεκαετία υπήρξε υποτονική για την Maserati, λόγω της οικονομικής κρίσης, ενώ τρεις χρονιές οι πωλήσεις της ήταν μηδενικές (2012, 2013, 2015). Από το 2022 έχει βελτιώσει αισθητά την εικόνα της στην εγχώρια αγορά, με 22 μονάδες έναντι 6 το προηγούμενο έτος. Το 2023 οι πωλήσεις της ανήλθαν σε 47 μονάδες. Στους εννέα πρώτους μήνες του 2024 πέτυχε 14 πωλήσεις, με τις 12 να αφορούν την Grecale. 






Β.Α
Έρευνα: Hellenic Motor History © (2024)
Στοιχεία πωλήσεων: ΣΕΑΑ

Τρίτη 22 Οκτωβρίου 2024

Η αγορά αυτοκινήτου στην Eυρώπη, Σεπτέμβριος & 9 μήνες 2024. Υποχώρηση τον Σεπτέμβριο, με οριακή άνοδο στο σύνολο του έτους. Σημαντικά οφέλη για τα υβριδικά στην Ε.Ε (και στην Ελλάδα).

 


Τον Σεπτέμβριο οι ταξινομήσεις νέων επιβατικών αυτοκινήτων στην Ε.Ε συνέχισαν την καθοδική πορεία, με συνολικά 809.163 μονάδες έναντι 861.973 πέρσι (-6.1%). Από τις τέσσερις μεγάλες αγορές, μόνο στην Ισπανία υπήρξε άνοδος (+6.3%), ενώ η Γαλλία είχε την μεγαλύτερη πτώση -11.1%, η Ιταλία -10.7% και η Γερμανία -7.0%. Αν προσθέσουμε τις ταξινομήσεις επιβατικών αυτοκινήτων σε Βρετανία και EFTA (Ελβετία, Ισλανδία, Νορβηγία), η πτώση διαμορφώθηκε στο -4.2%, με 1.118.083 μονάδες από 1.167.637 τον Σεπτέμβριο του 2023. 

Στο διάστημα Ιανουαρίου-Σεπτεμβρίου 2024, οι ταξινομήσεις στην Ε.Ε ανήλθαν σε συνολικά 7.989.776 μονάδες από 9.741.704, καταγράφοντας οριακή άνοδο +0.6%. Μαζί με την Βρετανία και τις χώρες της EFTA, οι ταξινομήσεις κατέγραψαν άνοδο +1.0%, με 9.779.605 από 9.685.850 στο ίδιο διάστημα πέρσι. Τον Σεπτέμβριο τα υβριδικά αυτοκίνητα (HEV) πέτυχαν την καλύτερη επίδοση από όλες τις κατηγορίες, με 265.724 μονάδες έναντι 236.107 πέρσι (+12.5%) και κατέλαβαν το μεγαλύτερο ποσοστό στην Ε.Ε, με 32.8% από 27.4% που κατείχαν τον Σεπτέμβριο του 2023 και προηγήθηκαν έναντι των αμιγώς βενζινοκίνητων επιβατικών αυτοκινήτων. Σημαντική άνοδο πέτυχαν τα υβριδικά σε επίπεδο έτους, με συνολικά 2.404.532 μονάδες έναντι 2.002.816 πέρσι (+20.1%) και μερίδιο 30.1% στην Ε.Ε. 

Τα αμιγώς βενζινοκίνητα επιβατικά είχαν πτώση -17.9% τον Σεπτέμβριο, με 240.805 μονάδες έναντι 293.143 πέρσι και κατέκτησαν ποσοστό 29.8% στην Ε.Ε. Σημαντική υποχώρηση υπήρξε στην Γαλλία (-31.9%), την Ιταλία (-23.3%), την Γερμανία (-15.2%) και την Ισπανία (-10.7%). Στους εννέα πρώτους μήνες η πτώση στα βενζινοκίνητα περιορίστηκε στο -4.4%, με συνολικά 2.744.809 μονάδες από 2.872.408 το ίδιο διάστημα πέρσι. Το μερίδιό τους στην Ε.Ε ανήλθε σε 34.4%, παραμένοντας η δημοφιλέστερη κατηγορία στα επιβατικά αυτοκίνητα. Στην Ελλάδα οι πωλήσεις στα υβριδικά αυτοκίνητα ανήλθαν σε 4.503 μονάδες από 3.318 πέρσι (+35.7%), με ποσοστό 46.6% στο σύνολο της αγοράς. Σημαντική άνοδο κατέγραψαν τα HEV και στους εννέα πρώτους μήνες, με 44.558 μονάδες από 31.249 πέρσι (+42.6%) και το μερίδιό τους αυξημένο στο 41.2% από 29.9% στο εννιάμηνο του 2023. Έντονη υποχώρηση είχαν τον Σεπτέμβριο στην χώρα μας τα αμιγώς βενζινοκίνητα επιβατικά, με 2.773 μονάδες από 4.585 πέρσι (-39.5%) και μερίδιο 28.7%. Από τις αρχές του έτους οι ταξινομήσεις τους ανήλθαν σε 41.237 από 45.105 πέρσι (-8.6%) και κατέκτησαν το 38.2% της ελληνικής αγοράς από το 43.2% που κατείχαν το ίδιο διάστημα πέρσι. 




Tα αμιγώς ηλεκτρικά αυτοκίνητα (BEV) πέτυχαν άνοδο +9.8% τον Σεπτέμβριο, με 139.702 μονάδες από 127.196 πέρσι και ποσοστό 17.3% στην Ε.Ε. Όμως στους εννέα πρώτους μήνες του έτους η επίδοσή τους είχε αρνητικό πρόσημο, με τις ταξινομήσεις στο 1.047.869 μονάδες έναντι 1.111.925 το ίδιο διάστημα πέρσι (-5.8%). Αυτό είχε ως συνέπεια να υποχωρήσει το ποσοστό τους στο 13.1% από 14.0% που κατείχαν στους εννέα μήνες του 2023. Σε αυτό συνέβαλε και η αρνητική εικόνα που είχαν στην γερμανική αγορά, με -28.6%. Στην Ελλάδα, τα BEV πέτυχαν 865 πωλήσεις τον Σεπτέμβριο από 755 πέρσι (+14.6%) και 5.602 στο εννιάμηνο από 4.943 πέρσι (+13.3%). Το μερίδιό τους στην εγχώρια αγορά ανήλθε στο 5.2% από τις αρχές του έτους, ενώ το αντίστοιχο διάστημα του 2023 κατείχαν ποσοστό 4.7%. Η εικόνα δεν ήταν ιδιαίτερα καλή για τα plug-in υβριδικά (PHEV) τον Σεπτέμβριο στην Ε.Ε. Οι ταξινομήσεις στα PHEV ανήλθαν σε 54.889 μονάδες από 70.669 πέρσι (-22.3%) και μερίδιο 6.8% από 8.2% πέρσι. Στους εννέα πρώτους μήνες οι πωλήσεις υποχώρησαν στις 550.166 μονάδες από 598.366 το ίδιο διάστημα πέρσι (-8.1%) και το ποσοστό τους στο 6.9% από 7.5%. 

Στην Ελλάδα τα plug-in υβριδικά πέτυχαν 734 πωλήσεις τον Σεπτέμβριο από 1.090 πέρσι (-32.7%), ενώ σε επίπεδο έτους υπήρξε οριακή άνοδος (+0.5%) με συνολικά 6.063 μονάδες από 6.031 πέρσι. Το ποσοστό τους στους εννέα μήνες του έτους ανήλθε σε 5.6% από 5.8% πέρσι. Τα diesel επιβατικά αυτοκίνητα είχαν πτώση -23.5% στην Ε.Ε τον Σεπτέμβριο, παρουσιάζοντας αρνητικό πρόσημο περίπου στα 2/3 των ευρωπαϊκών αγορών. Το ποσοστό τους ανήλθε στο 10.4% με 84.408 μονάδες έναντι 110.400 πέρσι. Στους εννέα πρώτους μήνες του 2024 το ποσοστό τους έπεσε στο 12.4% από 14.1%, με συνολικά 994.307 μονάδες έναντι 1.117.949 πέρσι (-11.1%). Ελεύθερη πτώση για τα diesel επιβατικά στην Ελλάδα τον Σεπτέμβριο, με μόλις 314 ταξινομήσεις από 1.305 τον αντίστοιχο μήνα πέρσι (-75.9%) και το ποσοστό τους στο 3.25% από 11.4%. Οι συνολικές ταξινομήσεις στους εννέα πρώτους μήνες ανήλθαν σε 8.575 μονάδες από 14.343 πέρσι (-40.2%), με ποσοστό 7.9% έναντι 13.7% που κατείχαν το 2023. 











 B.A
  © Hellenic Motor History (2024)
Στοιχεία πωλήσεων: ACEA
Πίνακες: ACEA (1) & Hellenic Motor History (2-3).


Πέμπτη 17 Οκτωβρίου 2024

Ελληνική αγορά αυτοκινήτου, Σεπτέμβριος 2024. Επιπλέον υποχώρηση στις πωλήσεις νέων επιβατικών αυτοκινήτων. To Toyota Yaris Cross στην κορυφή.

 


Πτωτικά κινήθηκε η αγορά αυτοκινήτου στην χώρα μας και τον Σεπτέμβριο. Οι ταξινομήσεις νέων επιβατικών αυτοκινήτων ανήλθαν σε 9.661 μονάδες έναντι 11.401 τον αντίστοιχο μήνα πέρσι (-15.3%). Το πρόσημο παρέμεινε θετικό στο σύνολο του έτους, όμως οι ανοδικές τάσεις περιορίστηκαν στο +3.4% με συνολικά 108.035 μονάδες στους εννέα πρώτους μήνες του έτους έναντι 104.510 το ίδιο διάστημα πέρσι. 

H Toyota κατέλαβε την κορυφή με ποσοστό 17.4% και 1.681 μονάδες τον Σεπτέμβριο. Στην δεύτερη θέση ήρθε η Peugeot με 718 μονάδες και ποσοστό 7.4% και ακολούθησε η Suzuki με 685 μονάδες και ποσοστό 7.1%. Η BMW, μετά την υποτονική επίδοση του Αυγούστου, επανήλθε δυναμικά και τερμάτισε τέταρτη με 647 μονάδες και ποσοστό 6.7%. Την πρώτη πεντάδα του μήνα συμπλήρωσε η Hyundai, με 558 μονάδες και ποσοστό 5.8%. Τον ίδιο αριθμό πωλήσεων πέτυχαν τον Σεπτέμβριο οι Opel και Kia, με 441 μονάδες και 4.6%. Η Dacia πέτυχε την καλύτερή της επίδοση έως τώρα για το τρέχον έτος, με 426 μονάδες και ποσοστό 4.4%. Καλός μήνας και για την Renault, που ακολούθησε με 378 μονάδες και ποσοστό 3.9%, ενώ η Tesla βρέθηκε στην πρώτη δεκάδα του μήνα με 294 μονάδες και ποσοστό 3.0%. To ίδιο ποσοστό πέτυχε και η Citroen, που οι πωλήσεις της ανήλθαν στις 292 μονάδες. 

Στο διάστημα Ιανουαρίου-Σεπτεμβρίου η Toyota προηγείται με ποσοστό 17.5% και συνολικά 18.931 μονάδες (+38.9%). Η εικόνα της είναι σημαντικά βελτιωμένη σε σχέση με το αντίστοιχο διάστημα πέρσι, που κατείχε ποσοστό 13.0% με 13.633 μονάδες. Η Suzuki διατήρησε την δεύτερη θέση με 8.782 μονάδες (+73.1%) και ποσοστό 8.1%, ενώ η Peugeot παρέμεινε στην τρίτη θέση με 8.680 μονάδες (-0.9%) και ποσοστό 8.0%. Κατά συνέπεια, η μεταξύ τους μάχη δεν έχει κριθεί ακόμα και όλα τα ενδεχόμενα παραμένουν ανοικτά. Την τέταρτη θέση κατέλαβε η Hyundai, με συνολικά 7.346 μονάδες (-2.0%) και ποσοστό 6.8%. Η κορεάτικη φίρμα έχει διευρύνει την διαφορά της με την Citroen, που παρέμεινε στην πέμπτη θέση με 6.737 μονάδες και 6.2%. Η Οpel  παρουσίασε σημαντική υποχώρηση σε σχέση με πέρσι (-39.8%) και τερμάτισε έκτη με 5.472 μονάδες και ποσοστό 5.1% έναντι 9.092 και 8.7% στους εννέα πρώτους μήνες του 2023, που κατείχε την δεύτερη θέση.  Ακολούθησε η Fiat, που διατήρησε την έβδομη θέση με 4.702 μονάδες και ποσοστό 4.4%. H καλή επίδοση της BMW τον Σεπτέμβριο είχε ως αποτέλεσμα να βρεθεί στην όγδοη θέση του έτους, από ένατη που ήταν στο οκτάμηνο, με συνολικά 4.667 μονάδες και ποσοστό 4.3%. Σε αυτό έπαιξε ρόλο και η αδύναμη εικόνα που παρουσίασε η Volkswagen, που αρκέστηκε στην ένατη θέση με 4.503 μονάδες και ποσοστό 4.2%. H μεταξύ τους διαφορά παραμένει αναστρέψιμη πάντως, όμως δεν περνάει απαρατήρητη και η πολύ μικρή διαφορά μεταξύ της BMW με την Fiat. Nα σημειωθεί ότι το Σεπτέμβριο η Volkswagen πέτυχε την χαμηλότερη επίδοση του έτους έως τώρα, με 276 μονάδες (2.9%). Η Kia συμπλήρωσε την πρώτη δεκάδα για το εννιάμηνο, με 3.934 μονάδες και ποσοστό 3.6%. 

Το Toyota Yaris Cross ήταν πρώτο σε πωλήσεις τον Σεπτέμβριο, με 537 μονάδες και προηγείται σε επίπεδο έτους με συνολικά 6.409 μονάδες. Στην δεύτερη θέση του έτους βρέθηκε το Toyota Yaris, με 5.849 μονάδες. Το Citroen C3 ήταν το τρίτο σε πωλήσεις μοντέλο, με 4.520 μονάδες. Oι πωλήσεις στα αμιγώς ηλεκτρικά αυτοκίνητα (BEV) ανήλθαν σε 895 μονάδες τον Σεπτέμβριο με μερίδιο αγοράς 8.95%, καταγράφοντας άνοδο +14.6% σε σχέση με τον ίδιο ίδιο μήνα πέρσι. Στους εννέα πρώτους μήνες του έτους τα ηλεκτρικά κατέκτησαν μερίδιο 5.2% με συνολικά 5.602 μονάδες, έναντι 4.7% και 4.943 πέρσι (+13.3%). Το Tesla Model 3 είναι το δημοφιλέστερο ηλεκτρικό μοντέλο, με 974 πωλήσεις στο εννιάμηνο. 




Οι υπόλοιπες εταιρείες είχαν μηδενικό ποσοστό τον Σεπτέμβριο, με πέντε ταξινομήσεις για την Seres, τέσσερις για την Subaru, από δύο για τις DFSK και Smart και από μία ταξινόμηση για τις Ferrari, Maserati, Lynk & Co και Zhidou. H Ferrari πέτυχε τον Σεπτέμβριο την δεύτερη πώληση για το έτος στην Ελλάδα, με ακόμα ένα αυτοκίνητο τον περασμένο Ιούνιο. 




Στους εννέα πρώτους μήνες του 2024, η Bentley έχει διαθέσει στην χώρα μας επτά αυτοκίνητα και πέντε η Lotus. Η Saic Maxus πέτυχε συνολικά τέσσερις ταξινομήσεις, ενώ η εγχώρια Keraboss είχε τρεις ταξινομήσεις (όλες τον περασμένο Ιούνιο). Οι πωλήσεις στα SUV όλων των κατηγοριών ανήλθαν σε 63.250 μονάδες με ποσοστό 58.55%. 









Β.Α
Hellenic Motor History © (2024)
Στοιχεία πωλήσεων: ΣΕΑΑ
 


Κυριακή 6 Οκτωβρίου 2024

Ιταλία 2024. Τέλος στην παντοκρατορία της Fiat στην ιταλική αγορά αυτοκινήτου;

 


Τα τελευταία χρόνια παρακολουθούμε τις σημαντικές μεταβολές που εξελίσσονται στις μεγάλες ευρωπαϊκές αγορές αυτοκινήτου. Δεν πρόκειται όμως μόνο για την μετάβαση στην εποχή της ηλεκτροκίνησης, ούτε για την είσοδο νέων παικτών στο παιχνίδι, όπως η Tesla και οι κινέζικες φίρμες. Οι μεταβολές αυτές αφορούν στην ανατροπή του κατεστημένου στις "παραδοσιακές" αυτές αγορές.  Χαρακτηριστικό παράδειγμα η Μ. Βρετανία, που η άλλοτε πανίσχυρη Ford έχασε την μάχη έναντι των ξένων κατασκευαστών. Στην Γαλλία το συμπαγές μέτωπο των εγχώριων κατασκευαστών έσπασε, με την Citroen εκτός της πρώτης τριάδας, ενώ οι Renault & Peugeot παρουσιάζουν υποχώρηση σε σχέση με το παρελθόν. Παρόμοια περίπτωση αποτελεί η Ισπανία, που η "εθνική" SEAT αλλά και κατασκευαστές όπως οι Renault & Ford, που έχτισαν ισχυρούς δεσμούς με τους Ισπανούς μέσω της εγχώριας παραγωγής οχημάτων μεταπολεμικά, παρουσιάζουν ύφεση απουσιάζοντας από την πρώτη τριάδα την περσινή χρονιά!  

Η Ιταλία διέθετε φυσικά και εκείνη ισχυρό εγχώριο κατεστημένο, που δεν ήταν άλλο από την Fiat. Σήμερα η ιταλική εταιρεία συνεχίζει να είναι πρώτη στην γειτονική μας χώρα, όμως το ποσοστό της έχει μειωθεί σημαντικά και είναι πλέον σαφώς εκτεθειμένη στον ανταγωνισμό. Το 2023 το μερίδιό της υποχώρησε στο 11.1% από 13.6% και είχε μικρή πτώση στις πωλήσεις, με 174.580 μονάδες από 178.967 το 2022 (-2.45%) . Στην δεύτερη θέση ήρθε η Volkswagen που πέτυχε άνοδο +17.1% στις πωλήσεις της με 122.794 μονάδες και ποσοστό 7.8%. Η ιταλική εταιρεία διατήρησε μια απόσταση ασφαλείας, όμως η διαφορά από τον ανταγωνισμό είχε μειωθεί αισθητά. Την χρονιά που διανύουμε η Fiat έχει υποστεί περαιτέρω μείωση. Στο διάστημα Ιανουαρίου-Σεπτεμβρίου 2024 οι πωλήσεις της ανήλθαν σε 119.674 μονάδες από 132.727 το ίδιο διάστημα πέρσι (-9.8%) και το ποσοστό της αγγίζει οριακά το 10.0% από 11.3%. Το χειρότερο είναι πως ο ανταγωνισμός έχει μειώσει σημαντικά την απόσταση με την Fiat. Στους εννέα πρώτους μήνες του έτους, η Toyota βρέθηκε στην δεύτερη θέση με 91.851 μονάδες (+28.4%) και ποσοστό 7.6% από 6.1% πέρσι. Η μεταξύ τους διαφορά είναι δηλαδή λιγότερο από 30.000 μονάδες, κάτι αδιανόητο μέχρι πριν λίγα χρόνια. Επιπλέον, η Volkswagen ήρθε στην τρίτη θέση με μικρή διαφορά από την ιαπωνική φίρμα, με 89.367 μονάδες και ποσοστό 7.4%. 

Μια αναδρομή στο πρόσφατο παρελθόν αναδεικνύει την αλλαγή στο status quo της ιταλικής αγοράς αυτοκινήτου. Πριν από είκοσι χρόνια, το 2004, η Fiat κατείχε ποσοστό 20.5% με τις πωλήσεις της στις 464.068 μονάδες. Η επίδοση αυτή ήταν μάλιστα μια από τις χαμηλότερες που πέτυχε η φίρμα στην πρώτη δεκαετία του 21ου αιώνα. Όμως η διαφορά που την χώριζε από την δεύτερη σε πωλήσεις εταιρεία ήταν συντριπτική. Στην δεύτερη θέση ήταν η Ford, με συνολικά 182.207 μονάδες και ποσοστό 8.0%. Μια δεκαετία πριν, το 2014, το ποσοστό της διατηρήθηκε σε υψηλά επίπεδα με 20.55% και 279.642 μονάδες. Η πτώση σε απόλυτα νούμερα οφείλεται και στην συνολική υποχώρηση της ιταλικής αγοράς εκείνη την περίοδο. Η Volkswagen κατέκτησε την δεύτερη θέση με 110.309 μονάδες και ποσοστό 8.1%, κατά συνέπεια η Fiat συνέχισε να κυριαρχεί και τα επόμενα χρόνια αύξησε εκ νέου την διαφορά της από τον ανταγωνισμό. 



Το 2018 ξεκίνησε η έντονα πτωτική πορεία για την Fiat, με το ποσοστό της να υποχωρεί στο 16.9% από 20.2% την προηγούμενη χρονιά. Το ποσοστό της υπέστη επιπλέον πτώση το 2019, με 14.9% και τις πωλήσεις της στις 285.888 μονάδες (-11.6%) ενώ η αγορά παρέμεινε στα ίδια επίπεδα με την προηγούμενη χρονιά (1.91 εκατ. μονάδες). To 2020 η Ιταλία βίωσε έντονα τις συνέπειες της πανδημίας Covid-19, με αρνητικές συνέπειες στην αγορά αυτοκινήτου και κατά συνέπεια και στην Fiat. Το ποσοστό της βελτιώθηκε ελαφρώς εκείνη την χρονιά, με 15.3% έναντι 9.3% της Volkswagen που ήρθε στην δεύτερη θέση. Η Fiat διατήρησε αμετάβλητο το ποσοστό της για το 2021, με αύξηση στις πωλήσεις της (+5.8%), όμως υπήρξε νέα σημαντική πτώση το 2022 που το ποσοστό της περιορίστηκε στο 13.6% και οι πωλήσεις της σημείωσαν πτώση -19.95%, στις 178.961 μονάδες. Φυσικά η Fiat συνεχίζει να βασίζεται σε μεγάλο ποσοστό στο Panda, που αποτελεί το απόλυτο best seller στην Ιταλία. Το 2023 οι πωλήσεις του ανήλθαν σε 102.625 μονάδες, ενώ διατηρεί την πρωτιά και το 2024 με 81.696 μονάδες στο πρώτο εννιάμηνο. Όμως αυτό δεν φαίνεται να είναι αρκετό ώστε να δώσει την απαραίτητη ώθηση, με αποτέλεσμα η γενική εικόνα να είναι αρνητική. Πλέον η Fiat είναι υποχρεωμένη να έρθει σοβαρά αντιμέτωπη με τον ανταγωνισμό εντός έδρας, για πρώτη φορά στην ιστορία της! Θα μπορέσει να αντιμετωπίσει αποτελεσματικά την πρόκληση ή θα χάσει την μάχη στο προσεχές μέλλον; 







B.A
  © Hellenic Motor History (2024)
   Στοιχεία πωλήσεων: UNRAE