Σάββατο 31 Οκτωβρίου 2020

Τα γαλλικά αυτοκίνητα στην Ελλάδα & παλιές ελληνικές διαφημίσεις γαλλικών αυτοκινήτων (Μέρος Α' - από τον μεσοπόλεμο στην δεκαετία του '60)

 


Το αυτοκίνητο γεννήθηκε στην Ευρώπη και η Γαλλία συνέβαλε στην δημιουργία και την εξέλιξη του. Η γαλλική αυτοκινητοβιομηχανία αποτελεί σήμερα μια από τις πλέον ανταγωνιστικές παγκοσμίως, έχοντας διανύσει μια τεράστια διαδρομή, που υπερβαίνει τον έναν αιώνα ιστορίας σε 4 τροχούς. 

Στα πρώτα χρόνια του αυτοκινήτου υπήρχαν δεκάδες κατασκευαστές στην Γαλλία, ένα φαινόμενο που το συναντάμε και σε άλλες χώρες της Ευρώπης αλλά και στις Η.Π.Α. Μετά τον 1ο Παγκόσμιο Πόλεμο η Γαλλία ήταν η πρώτη σε μέγεθος στην παραγωγή αυτοκινήτων στην Ευρώπη, ενώ η διάδοση του νέου μέσου ήταν ραγδαία. Την ίδια περίοδο, η Ελλάδα προσπαθούσε να παρακολουθήσει τις τεχνολογικές εξελίξεις, μέσα ένα δύσκολο και ρευστό κοινωνικό, οικονομικό και πολιτικό περιβάλλον. Στην μικρή ελληνική αγορά, αμέτρητες φίρμες έκαναν την εμφάνισή τους ανεξαρτήτως προέλευσης. Μέσα σε αυτές και αρκετές γαλλικές. Τα πρώτα χρόνια μετά το τέλος του Μεγάλου Πολέμου, από τις αρχές της δεκαετίας του 1920, έκαναν έντονα την εμφάνισή τους οι "ρεκλάμες" γαλλικών αυτοκινήτων. Φίρμες όπως η Delage, η Mathis, η Vermorel, η Panhard & Levassor, η Delahaye και η Talbot είχαν επισήμως παρουσία στην χώρα μας. Φυσικά δεν έλειπαν οι Renault, Peugeot και Citroen. Τα επιβατικά και επαγγελματικά αυτοκίνητα της Renault ήταν διαθέσιμα στην Ελλάδα από την "ΑΘΗΝΑ Ανώνυμος Αθηναϊκή Εταιρία Αυτοκινήτων" (αργότερα απλώς "ΑΘΗΝΑ" Α.Ε), μια από τις μεγαλύτερες επιχειρήσεις του χώρου κατά την διάρκεια του μεσοπολέμου. Είχε ιδρυθεί το 1919 και διατήρησε την αντιπροσωπεία της Renault στην χώρα μας έως το 1929. Από τον Ιανουάριο του 1930 την Renault ανέλαβε η "Οικονομική και Τεχνική Εταιρεία της Ελλάδος" Α.Ε. Βέβαια είναι σίγουρο πως οι πιο πάνω φίρμες δεν ήταν οι μοναδικές, όμως είναι δύσκολο να εντοπίσει κανείς πόσες και ποιές από το σύνολο των γαλλικών εταιρειών εκείνης της εποχής είχαν πράγματι παρουσία στην ελληνική αγορά. 

Είναι επίσης σίγουρο πως οι γαλλικές φίρμες δεν είχαν δυνατή παρουσία στην εγχώρια αγορά, εκείνη την περίοδο. Αυτό οφείλεται στο γεγονός της κυριαρχίας των αμερικάνικων αυτοκινήτων στην χώρα μας, αλλά και στο γεγονός ότι γενικότερα οι εισαγωγές των ευρωπαϊκών αυτοκινήτων επηρεάζονταν αρνητικά από διάφορους παράγοντες, με συνέπεια τα ποσοστά τους παραμείνουν σε χαμηλά επίπεδα (με ελάχιστες εξαιρέσεις). 


Renault, Απρίλιος 1929


Το σκηνικό άλλαξε ριζικά μετά τον 2ο Παγκόσμιο Πόλεμο. Στα πλαίσια της ανασυγκρότησης, η γαλλική κυβέρνηση ακολούθησε μια πολιτική που ευνοούσε ως κυριότερους παίκτες της εγχώριας αυτοκινητοβιομηχανίας, τις Berliet (φορτηγά), Citroen, Ford SAF, Panhard, Peugeot, Renault και Simca. Πάντως, ως τα τέλη της δεκαετίας του '40, ένα μεγάλο μέρος της παραγωγής τους αφορούσε τα φορτηγά αυτοκίνητα. 

Στην Ελλάδα σύντομα έγινε σαφές πως η Peugeot ξεκινούσε την μεταπολεμική περίοδο με καλές προοπτικές. Έως τα τέλη της δεκαετίας του '40 την αντιπροσωπεία της Peugeot στην χώρα μας είχε η "Φωτιάδης - Λιοπυράκις", που είχε αναλάβει την φίρμα πριν από τον πόλεμο. Η επιχείρηση εκείνη την εποχή έφερε κάποια δείγματα από την επιβατική και την επαγγελματική έκδοση του Peugeot 202. Η έδρα της ήταν στην οδό Χαριλάου Τρικούπη 9. Την ίδια περίοδο, η "N.A. Παναγόπουλος & Ηλίας Ι. Σάρρας" είχε την αντιπροσωπεία της Delahaye (επιβατικά, φορτηγά, λεωφορεία), με έδρα στην οδό Πατησίων 63. Η ίδια επιχειρήση έφερνε από τις αρχές της δεκαετίας του '50 και τα επιβατικά και επαγγελματικά αυτοκίνητα της Peugeot (203 & D3A). Λίγο αργότερα, το 1952, ο Ηλίας Σάρρας ίδρυσε την "ΙΜΠΟΡΤΕΞ" Α.Ε ως αποκλειστικό εισαγωγέα της Peugeot στην Ελλάδα, αρχικά με έδρα στην οδό Ακαδημίας 27. Έως τα τέλη της δεκαετίας του '50, η Peugeot αποτελούσε την δημοφιλέστερη γαλλική εταιρεία στην εγχώρια αγορά, με τα 203 και 403 στην μεσαία κατηγορία επιβατικών. 

Renault, Σεπτέμβριος 1950

Peugeot, Φεβρουάριος 1953


Η Renault είχε επίσης διαθέσιμα τα επιβατικά και επαγγελματικά της οχήματα, μέσω της "Δ. Ι. Σαρακάκης & Σια", που είχε ιδρύσει ο Ιωάννης Σαρακάκης. Έμφαση δόθηκε στην προώθηση του μικρού προσιτού 4CV στους 5 φορ. ίππους , ενώ υπήρχε διαθέσιμο και το μεγάλο Renault Fregate στους 14 φορ. ίππους. Η έδρα της επιχείρησης ήταν στην Λεωφόρο Συγγρού 12, ενώ στην Βόρεια Ελλάδα την αντιπροσωπεία είχε η "Σαρακάκης & Καλόμοιρος" με έδρα στην Θεσσαλονίκη, επί της  Μεγάλου Αλεξάνδρου 60. Η τελευταία είχε και την γενική αντιπροσωπεία της Volvo στην Ελλάδα. To 1955 η Renault περνάει στον έλεγχο της "Αδελφοί Σαρακάκη" Α.Ε, μέτοχος της οποίας είναι και ο Ιωάννης Σαρακάκης. Το φθινόπωρο του ίδιου έτους η έδρα μεταφέρθηκε σε νέα διευθυνση, επί της οδού Γ' Σεπτεμβρίου 43. Το 1956 προστέθηκε στην γκάμα της εταιρείας και το Dauphine, στους 6 φορ. ίππους. Η Renault χάρη στα μικρά της μοντέλα αποδείχθηκε αρκετά δημοφιλής στην Ελλάδα, όχι όμως στο βαθμό που το πέτυχε η Peugeot. 

Aρκετά πιο πίσω από εμπορικής άποψης βρισκόταν η Simca. H εταιρεία είχε ιδρυθεί το 1934 από τον Henri Pigozzi, με σκοπό την παραγωγή μοντέλων της Fiat στην Γαλλία. Αργότερα δημιούργησε την δική της ξεχωριστή σειρά μοντέλων. Στην Ελλάδα η αντιπροσωπεία της Simca ήταν κοινή με της Fiat, μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του '60. Tα πρώτα χρόνια μετά την απελευθέρωση έως και το 1953 την Simca είχε αναλάβει η "Τσαούσης (Ελλάς)" Α.Ε, με έδρα στην οδό Φιλελλήνων 6. To κεντρικό συνεργείο της επιχείρησης βρισκόταν στην οδό Ευελπίδων 9. Το 1954 την αντιπροσωπεία της Simca (και της Fiat) ανέλαβε η "ΕΤΑΛΛΑΣ" Α.Ε επί της οδού Κανάρη 5. Ήταν διαθέσιμα τα επιβατικά μοντέλα "Aronde" και "Grand Large" καθώς και τα επαγγελματικά κλειστού και ανοικτού τύπου. 

Simca, Ιούλιος 1955


Επιβατικά και επαγγελματικά οχήματα είχε διαθέσιμα στην Ελλάδα και η Citroen, με αντιπρόσωπο τον Α. Καρντανό. Η φίρμα διέθετε το οικονομικό 2CV και το μεγάλο Traction Avant (11 Légère, 11 Normale & 15/6). Με την παρουσίαση της επαναστατικής DS19 στην Ελλάδα, εντός του 1956, η γκάμα συνέχισε να καλύπτει τα δύο άκρα της αγοράς, χωρίς την ύπαρξη ενός μικρομεσαίου ή μεσαίου μοντέλου. Αυτό σίγουρα δεν βοήθησε την Citroen, όμως αυτό δεν σημαίνει ότι η παρουσία της στην χώρα μας ήταν αμελητέα. 
Αντίθετα, υποτονική ήταν η παρουσία της Panhard, την αντιπροσωπεία της οποίας επίσης είχε ο Α. Καρντανό, ως την άνοιξη του 1958, με έδρα επί της Πατησίων 127. Στην συνέχεια ανέλαβε ο Αριστομένης Θ. Καρέλας, με έδρα στην οδό Πειραιώς 27. 

Την δεκαετία του '60 η Peugeot συνέχισε την δυναμική της πορεία στην ελληνική αγορά, με την βοήθεια του Peugeot 404. Η "ΙΜΠΟΡΤΕΞ" έκανε έντονη προώθηση των αυτοκινήτων Peugeot (403 & 404), τα οποία αποδείχθηκαν ιδιαίτερα γοητευτικά σε μεγάλη μερίδα του αγοραστικού κοινού. Η επιτυχία ήταν τέτοια, ώστε το 1962 η εταιρεία ήρθε στην 3η θέση των πωλήσεων. Επιπλέον, τον Μάιο του 1960 η επιχείρηση είχε εγκαινιάσει τις νέες της εγκαταστάσεις στην Λεωφόρο Συγγρού 93. Ήταν ένα ολοκληρωμένο συγκρότημα εξυπηρέτησης των πελατών της, με έκθεση, γραφεία, αποθήκη αναταλλακτικών, συνεργεία, πλυντήριο αυτοκινήτων και πρατήριο καυσίμων. Οι πωλήσεις της αφορούσαν μοντέλα στις κατηγορίες των 9 φορ. ίππων (403 Sept / 1.300 cc), των 10 φορ. ίππων (403 / 1.500 cc) και των 11 φορ. ίππων (404 / 1.620 cc). H επιτυχία συνεχίστηκε, εφόσον τα επόμενα χρόνια ήταν ψηλά στην γενική κατάταξη, κατά κανόνα μέσα στην πρώτη πεντάδα. 

Citroen, Μάιος 1953


H Renault είχε εστιάσει στις μικρότερες κατηγορίες, με το μικρό R4 και τα μικρομεσαία R8 / R10, στα 1.100 cc. Παρά τα πλεονεκτήματα του μικρού "κατρέλ", ο ανταγωνισμός στα προσιτά αυτοκίνητα ήταν ιδιαίτερα σκληρός, κυρίως από τις Volkswagen και Fiat. Το ίδιο ίσχυε και για τα μικρά οικογενειακά στους 8 φορ. ίππους, με αποτέλεσμα η Renault να έχει μεν μια ικανοποιητική πορεία, χωρίς όμως να μπορεί να κυριαρχήσει στην αγορά. Εντός του 1965 η "Αδελφοί Σαρακάκη" Α.Ε παρουσίασε στην χώρα μας και το μεγαλύτερο R16, που κέρδισε τον τίτλο "Αυτοκίνητο της Χρονιάς" για το 1966. 
Στις αρχές της δεκαετίας του '60 τα Simca ήταν διαθέσιμα μέσα από το νέο δίκτυο της "ΑΚΜΙΣ" Α.Ε, που διαχώριζε την γαλλική εταιρεία και τυπικά από την Fiat. Η Simca απευθυνόταν σε αγοραστές της μικρής κατηγορίας, με το μικρό τετράθυρο "1000", αλλά και σε αυτούς των μεσαίων οικογενειακών στους 9 & 10 φορ. ίππους, με τα "1300" & "1500". Πάντως η πορεία της έως τα μέσα της δεκαετίας ήταν μέτρια, ακολουθώντας την Renault με αρκετά μεγάλη διαφορά. Επιπλέον, η Renault βελτίωσε αισθητά τις επιδόσεις της από το 1965, σε μια περίοδο που οι πωλήσεις της Simca ήταν σχετικά στάσιμες. Όμως αυτό άλλαξε προς τα τέλη της δεκαετίας, ακολουθώντας ανοδική πορεία. 

Πιο έντονο ήταν το φαινόμενο για την Citroen, κατά την την δεκαετία του '60. Η αντιπροσωπεία βρισκόταν πλέον στην Λεωφόρο Συγγρού 110, υπό την διεύθυνση της "ELDA" Ε.Π.Ε (αργότερα "ΕΛΔΑ" Α.Ε). Το 2CV ήταν η εναλλακτική της Citroen στην οικονομική κατηγορία, ενώ οι ID19/DS19 στόχευαν -με επιτυχία- στην premium κατηγορία των 12 φορ. ίππων. Η παρουσία του Αmi δεν έκανε την διαφορά, ενώ ήταν ουσιαστικά μια σύγχρονη παραλλαγή του κλασικού 2CV, με ολίγον αμφιλεγόμενη σχεδίαση και κινητήρα 602 cc (4 φορ. ίπποι). Η Panhard βρισκόταν σαφώς εκτός συναγωνισμού. Το 4θυρο οικογενειακό PL17 δεν κατάφερε ποτέ να πείσει το ελληνικό αγοραστικό κοινό, ενώ το coupe Panhard 24 ήταν το τελευταίο διαθέσιμο μοντέλο, πριν η Citroen αναλάβει πλήρως τον έλεγχο της εταιρείας, που οδήγησε στο οριστικό κλείσιμο το 1967 (η Citroen κατείχε το 25% της Panhard από το 1955). Ο Αριστομένης Καρέλας διατήρησε την αντιπροσωπεία ως το τέλος. 

Είναι λοιπόν φανερό πως από την δεκαετία του '50 είχε παγιωθεί η θέση των γάλλων κατασκευαστών στην εγχώρια αγορά. Η εικόνα παρέμεινε αμετάβλητη έως τα τέλη της δεκαετίας του '60, με την Peugeot να προηγείται σταθερά. Είναι χαρακτηριστικό πάντως, πως από τα μέσα της δεκαετίας του '60 οι τρείς από τους "μεγάλους" της Γαλλίας άρχισαν να επεκτείνουν την γκάμα τους. Η Peugeot παρουσίασε την άνοιξη του 1965, το "μικρό" 204. Η "ΙΜΠΟΡΤΕΞ" Α.Ε ξεκίνησε την διάθεση του στην χώρα μας στο πρώτο δεκαπενθήμερο του Μαΐου εκείνης της χρονιάς. Το μοντέλο ήταν σημαντικό, διότι ανήκε στην δημοφιλέστερη κατηγορία των 8 φορ. ίππων, με κινητήρα 1.130 cc. H Renault, όπως έχει αναφερθεί πιο πάνω, ανέβηκε κατηγορία με το R16, ενώ η Simca παρουσίασε προς τα τέλη της δεκαετίας το "1100", που κάλυψε το δικό της κενό στην κατηγορία των 8 φορ. ίππων. Η Citroen ακουλούθησε την ίδια τακτική αργότερα, στις αρχές της δεκαετίας του '70. 

Ο πίνακας που ακολουθεί δείχνει την εξέλιξη των γαλλικών εταιρείων στην Ελλάδα, επί του συνόλου των κυκλοφορούντων επιβατικών αυτοκινήτων κατά τα έτη 1961, 1965 και 1969. Τα στοιχεία προέρχονται από την Εθνική Στατιστική Υπηρεσία της Ελλάδος (ΕΛ.ΣΤΑΤ).



Ιανουάριος 1968. Το ανανεωμένο Peugeot 404 στην προσιτή έκδοση "Comfort" με μικρότερο κινητήρα 10 φορ. ίππων, που είχε παρουσιαστεί στην χώρα μας το φθινόπωρο του 1967.

Renault 4L, Μάιος 1964

Citroen ID19, Ιανουάριος 1959







Β.Α
Έρευνα & αρχείο © Hellenic Motor History (2020)
Στοιχεία: ΕΛ.ΣΤΑΤ.




Κυριακή 25 Οκτωβρίου 2020

Ελληνική διαφήμιση της Land Rover, το 1949

 


To Land Rover παρουσιάστηκε επίσημα στην έκθεση αυτοκινήτου στο Άμστερνταμ, στις 30 Απριλίου 1948. Λίγους μήνες αργότερα, το βρετανικό μοντέλο έφτασε και στην χώρα μας. Η εικονιζόμενη καταχώρηση είναι από τις αρχές Φεβρουαρίου 1949 και αποτελεί την παλαιότερη ελληνική διαφήμιση που έχει εντοπιστεί για το συγκεκριμένο αυτοκίνητο (ενδεχομένως να είναι και η πρώτη). Το Land Rover εκείνη την εποχή δεν ήταν παρά ένα ικανό εκτός δρόμου "εργαλείο" για όλες τις χρήσεις, κάτι που ίσχυε και για το αυθεντικό αμερικάνικο Jeep. Στα τέλη της δεκαετίας του '40, το καθεστώς εισαγωγής ήταν πιο ευνοϊκό για τέτοιου είδους επαγγελματικά αυτοκίνητα, σε σχέση με τα επιβατικά.

Tα Land Rover ήρθαν επισήμως στην Ελλάδα από τον Ιωάννη Φωστηρόπουλος, ο οποίος είχε την αντιπροσωπεία της Rover στην χώρα μας, με έδρα στην οδό Στουρνάρα 39. Ο Ιωάννης Φωστηρόπουλος ήταν αδερφός του Σωκράτη και του Μιχάλη Φωστηρόπουλου, επίσης γνωστοί για την δραστηριότητά τους στον χώρο του αυτοκινήτου. Διατήρησε την αντιπροσωπεία της Rover για τις επόμενες δύο δεκαετίες, με την έδρα να έχει μεταφερθεί αργότερα επί της Λεωφόρου Αλεξάνδρας 40. Το 1970 την Rover ανέλαβαν οι αδερφοί Δούκα, ενώ από τo 1973 η γενική αντιπροσωπεία ανατέθηκε στην "ΚΕΝΤΑΥΡΟΣ" Α.Ε, βασικός μέτοχος της οποίας ήταν ο Σωκράτης Φωστηρόπουλος. Η ίδια επιχείρηση έφερνε παράλληλα στην χώρα μας τα αυτοκίνητα των Austin, Morris, MG, Wolseley και Innocenti. Φυσικά μέσα από το δίκτυο της ήταν διαθέσιμα και τα Land Rover, σε διάφορες παραλλαγές.



  

                                                                                         
                                                    B.A - Έρευνα & αρχείο © Hellenic Motor History (2020) 


                                                                        

Κυριακή 18 Οκτωβρίου 2020

Οι βετεράνοι: τα σαραβαλάκια του πολέμου (1940-41)

 


Το κείμενο που ακολουθεί δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα "Η Νίκη", την 1η Φεβρουαρίου 1941, κατά την διάρκεια του Ελληνοϊταλικού πολέμου. Αν και δεν μπορούμε να γνωρίζουμε σε τι έκταση ίσχυαν όλα όσα γράφει, έχει ενδιαφέρον διότι σίγουρα αποτυπώνει και μας μεταφέρει (με λίγο χιούμορ) το κλίμα μιας δύσκολης εποχής της νεότερης ελληνικής ιστορίας. Κατά συνέπεια, το άρθρο με τίτλο "Οι βετεράνοι", αναδιομοσιεύεται εδώ αυτούσιο. 


"Άλλοτε, πριν λίγους μήνες ακόμη, οι Αθηναίοι έμεναν έκθαμβοι και άφωνοι εμπρός στα ακριβά μοντέλα των αεροδυνανικών αυτοκινήτων, που συναγωνίζοντο εις κομψότητα "γραμμής" και πολυτέλειαν... Από τίνος, όμως, που τα πάντα έχουν τεθεί εις την διάθεσιν του μαχομένου στρατού, θαρρεί κανείς ότι άγγελοι κατήλθον και εσήμαναν την Δευτέραν Παρουσίαν των αυτοκινήτων !

Και ανέστησαν οι νεκροί. Και παρέλαβον και ανεσυγκρότησαν τους διαλελυμένους σκελετούς των και εξήλθον από τους τάφους, από τα σκοτεινά και ανήλια καταγώγια και τας αποθήκας και εζήτησαν βενζίναν. Απετίναξαν τις αράχνες, επλύθηκαν δια να αποβάλουν την χωματίλαν του τάφου των και προσεπάθησαν να φωνάξουν... "χρρρ!, χρρρ!" 

Ήτο αδύνατον να γίνη αντιληπτόν από τους αφηρημένους και σύγχρονους Αθηναίους ότι ήτο κορνάρισμα, ο ξεψυχισμένος εκείνος και βραχνός ψίθυρος... Και επακολούθησαν αλλεπάλληλα επεισόδια. "Δεν το πετάς, χριστιανέ μου, στα ακουπίδια;" Αλλά το "σαράβαλο", το εκ νεκρών αναστάν, δεν αντελαμβάνετο, ίσως και να μην ήθελε να αντιληφθή, την απελπιστικήν παραφωνίαν του. Διότι επίστευε ότι προσέφερε και αυτό υπηρεσίαν εις την πατρίδα... 

Τα αυτοκίνητα της "κατηγορίας των Λαζάρων", διότι, όταν εκείνα απεβίωσαν, δεν είχαν κατανεμηθή ακόμη υπό της αστυνομίας τα αυτοκίνητα εις κατηγορίας, πλημμυρίζουν πλέον τους αθηναϊκούς δρόμους. Άλλα τρέχουν σαν... τους Ιταλούς και δεν σταματούν με κανένα τρόπον, κι'άλλα μόλις κινούνται, μόλις και μετά βίας κατορθώνουν να κυλίσουν, εν μέσω τριγμών οδυνηρών, τους εξαρθρωμένους τροχούς των. -"Άντε παιδί μου! Τρέξε πιο γρήγορα και κοντεύω να ξημερωθώ εδώ μέσα..." -"Καλύτερα να πάμε πιο αργά στη δουλειά μας παρά να μας αφήση και τους δυό στον δρόμο!... Το έχω σπουδάσει το αφιλότιμο τόσα χρόνια".

Ο σωφέρ, παληός, απόστρατος σωφέρ της Αθήνας. Ιδιοκτήτης αμαξιού με δύο άλογα, πριν ακολουθήσει τον πολιτισμόν και μετατρέψει την καρράτσαν εις αυτοκίνητον, οδηγούσε ευθυτενής και με ύφος αγέρωχον. "Και γιατί μου το λες; Μήπως ήξερα πως το κάρρο σου κολλάει στο δρόμο και δεν προχωρεί;" Κάτι σιδερικά κατεκτύπησαν την ίδια στιγμή και το όχημα σταμάτησε εν μέσω συγκλονισμών. Ο βετεράνος οδηγός γύρισε και κύτταξε τον επιβάτη του. Έστριψε το γκρίζο μουστάκι του και απεφάνθη. "Εγώ, κύριος, επιστρατεύθηκα μόνος μου!... Τράβηξα από την αποθήκη αυτό το αραμπαδάκι, που βλέπεις, με το οποίον πέρασα μια ζωή ολόκληρη και που παντρέψαμε μαζύ δύο κόρες και βγήκα να εξυπηρετήσω του λόγου σας. Μπαρδόν όμως! Λάθος. Κατέβα κάτω και περπάτα λοιπόν με τα χέρια πίσω σαν αιχμάλωτος Ιταλός."

Το επεισόδιον δεν είχε συνέχειαν. Οι περαστικοί που άκουσαν τους λόγους του γέρου σωφέρ, και αντελήφθησαν το άκρως σοβαρόν του ύφους του, περίμεναν με ενδιαφέρον το αποτέλεσμα. Και ήταν όπως αναμένετο. Ο επιβάτης κατέβηκε ενώ ο βετεράνος του "βολάν", ξεκίνησε πιο ευχαριστημένος. "Άϊντε Κίτσο να πάμε για φαΐ! Αργήσαμε και θα μας περιμένη η γρηά" μουρμούρισε. "


"Ιδού, είς την πλατείαν του Κολωνακίου, έναν Λάζαρον σταθμεύοντα και προς τον οποίον, ελλείψει άλλου μέσου, κατευθύνονται δύο τρυφεραί υπάρξεις. Ο σωφέρ ένα πραγματικό γεροντάκι, που έχει κατεβασμένο το καπέλλο του ως τη μύτη, για να μη φαίνονται τα δικά του χρόνια, μιά και δεν μπορεί να κρύψη την ηλικία του αυτοκινήτου του, τους κόβει τη φόρα: "Συγγνώμη, αλλά είμαι μόνος μου και το αμάξι δεν ξεκινά. Θέλει να το σπρώξωμε. Αν θέλετε σπρώξετε λίγο να κυλήσει ως την κατηφοριά!..."

Ούτω πως και συνέβη. Ο Λάζαρος, αφού εδέχθη βλέμματα βαθυτάτης περιφρονήσεως, αισθάνθη τα τέσσερα γαντοφορεμένα χεράκια, να συμπιέζουν με πείσμα τα τα σκονισμένα πισινά του. -"Ίσα, λίγο ακόμη! Μιά στάλα ακόμη! Κουράγιο! Α! και πήρε!" Τα ενθαρρυντικά λόγια του σωφέρ δεν έμειναν χωρίς αποτέλεσμα. Το σαράβαλο, αφού χοροπηδώντας διαρκώς, έφτασε εις τον κατήφορον, ξεκίνησε με δαιμονιώδη θόρυβον. -"Θα γυρίσω!" πρόλαβε και φώναξε ο βετεράνος στις δύο γυναίκες, που ξαναμένες κύτταζαν τον "Λάζαρον" απερχόμενον. 

Και επέστρεψε πάλι, αφού διέγραψε μέγα κύκλον και παρέλαβε το ωραίον φορτίον του, εις την ψυχή του οποίου ουδέποτε θα δοθή συγγνώμη είς τον Μουσσολίνι και την ληστοσυμμορίαν του, δι'όσας ανέσεις απώλεσαν προσωρινώς. -"Ο χαμάλης. Θα τον φέρωμε να μας πλύνη την Μπουΐκ, μετά τον πόλεμο." Εσκέφθησαν μεγαλοφώνως, ίσως δια να ακούση ο βετεράνος ότι υπάρχει εν επιστρατεύσει και Μπουΐκ! 

Γενικώτερον, έχει και μιαν δόσιν νοσταλγίας του παληού καιρού, η όλη υπόθεσις. Παληά Αθήνα. Με τους επιζώντες ακόμη τύπους της. Εκείνους που ήξεραν κάθε Αθηναίον π'ανέβαινε στο αμάξι τους, το σπίτι, την γυναίκα και τα παιδιά. Πολλές φορές και το φαΐ που μαγείρευαν. Διότι τους πήγαιναν το ζεμπίλι... Έπειτα έγιναν μηχανοκίνητοι και τέλος τους πήρε ο χρόνος από κάτω. Σήμερα ξαναζωντάνεψαν κι'αυτοί και τα σαράβαλά των. Και προσφέρουν τις υπηρεσίες των και πάλιν στην κοινωνία, κι'αντικαθιστούν τους νέους που πολεμούν στο μέτωπο." 


Εφημερίδα "Η Νίκη", 1 Φεβρουαρίου 1941 ("Οι βετεράνοι"). Τα σκίτσα προέρχονται από το άρθρο της εφημερίδας. Έχει διατηρηθεί το συντακτικό και η ορθογραφία του πρωτότυπου, εκτός του πολυτονικού. 



Β.Α

 © Hellenic Motor History (2020)


 

 

Σάββατο 17 Οκτωβρίου 2020

Σεπτέμβριος 2020: Θετικό πρόσημο για την αγορά αυτοκινήτου σε Ελλάδα & Ευρώπη

 


Ο Σεπτέμβριος ήταν ο πρώτος μήνας του έτους που η ευρωπαϊκή αγορά αυτοκινήτου παρουσίασε αύξηση. Οι πωλήσεις καινούργιων επιβατικών αυτοκινήτων στις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ανήλθαν στις 933.987 μονάδες ή +3.1% σε σχέση με τον ίδιο μήνα πέρσι. Πάντως, τα αποτελέσματα στις τέσσερις μεγαλύτερες αγορές ήταν ανάμικτα. Απώλειες είχε η Ισπανία (-13.5%) και η Γαλλία (-3.0%), ενώ η Ιταλία και η Γερμανία παρουσίασαν άνοδο κατά 9.5% και 8.4% αντίστοιχα. 

Στο διάστημα Ιανουαρίου - Σεπτεμβρίου, η ζήτηση για καινούργια αυτοκίνητα στην Ε.Ε ήταν μειωμένη κατά 28.8%, με σχεδόν 2.9 εκατομμύρια μονάδες λιγότερες σε σχέση με το πρώτο εννιάμηνο πέρσι. Τις σημαντικότερες απώλειες σε επίπεδο έτους καταγράφουν η Κροατία (-45.0%), η Πορτογαλία (-39.3%), η Ισπανία (-38.3%), η Βουλγαρία (-36.7%), η Ελλάδα (-35.3%), η Ιταλία (-34.2%) και η Ρουμανία (-31.8%). Στην Μεγ. Βρετανία οι πωλήσεις σημείωσαν πτώση τον Σεπτέμβριο, με 328.041 μονάδες έναντι 343.255 πέρσι (-4.4%), ενώ στο πρώτο εννιάμηνο η αγορά κατέγραψε απώλειες κατά 33.2% . 

Θετικό ήταν το πρόσημο τον Σεπτέμβριο και για την ελληνική αγορά αυτοκινήτου, για πρώτη φορά από τον περασμένο Φεβρουάριο. Οι πωλήσεις ανήλθαν στις 7.107 μονάδες, έναντι 5.899 πέρσι (+20.5%). Στο πρώτο εννιάμηνο του έτους έχουν ταξινομηθεί στην χώρα μας συνολικά 60.046 καινούργια επιβατικά αυτοκίνητα, έναντι 92.772 στο ίδιο διάστημα του 2019 (-35.3%). Είναι πλέον φανερό ότι η χρονιά θα κλείσει με τις πωλήσεις κάτω από το ψυχολογικό όριο των 100.000 μονάδων. 

Στην κορυφή των πωλήσεων βρέθηκε η Toyota, με 879 μονάδες τον Σεπτέμβριο (12.4%). Η ιαπωνική εταιρεία βρίσκεται σταθερά στην 1η θέση στο σύνολο του έτους, με 8.377 μονάδες και μερίδιο 14.0% στο διάστημα Ιανουαρίου - Σεπτεμβρίου. 

Στην 2η θέση τον μήνα που πέρασε ήρθε η Peugeot, με 694 μονάδες (9.8%), ενώ η Volkswagen ακολούθησε στην 3η θέση με 570 μονάδες (8.0%). Οι δύο αυτές εταιρείες συμπληρώνουν την πρώτη τριάδα για όλο το έτος, με 5.852 (9.7%) και 5.197 (8.7%) πωλήσεις αντίστοιχα. 




B.A
 © Hellenic Motor History (2020)
Στοιχεία πωλήσεων: ACEA & ΣΕΑΑ

Κυριακή 11 Οκτωβρίου 2020

Οκτώβριος 1985: η κατάσταση στην αγορά και τα "κρυμμένα" αυτοκίνητα, μετά την υποτίμηση της δραχμής.

 


Στα μέσα Οκτωβρίου 1985 η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ, με υπουργό Οικονομικών τον Κώστα Σημίτη, προχώρησε στην υποτίμηση της δραχμής κατά 15%. Το μέτρο αυτό αποφασίστηκε και υλοποιήθηκε στα πλαίσια σταθεροποίησης της οικονομίας, η οποία βρισκόταν σε δίνη και στεκόταν σε "γυάλινα πόδια", σύμφωνα με τον ίδιο τον Πρωθυπουργό, Ανδρέα Παπανδρέου. Όπως ήταν φυσικό, υπήρξε αναστάτωση στην αγορά και τους καταναλωτές. Πολλοί έσπευσαν να κάνουν αγορές με τις "παλιές" τιμές, ειδικά σε προϊόντα διαρκών καταναλωτικών ειδών. Σε πρώτη προτεραιότητα οι ηλεκτρικές συσκευές και τα αυτοκίνητα. Σύμφωνα με τα δημοσιεύματα της εποχής, οι αυξήσεις στις τιμές των καινούργιων επιβατικών αυτοκινήτων θα ήταν μεταξύ 20% και 25%. Το όφελος για τον αγοραστή θα ήταν μεγάλο, εάν έκανε την παραγγελία του έγκαιρα. Βασική προϋπόθεση, φυσικά, ήταν να βρεί αυτοκίνητο προς πώληση. Κάτι που φαίνεται δεν ήταν και τόσο εύκολο! Οι εκθέσεις γέμισαν από υποψήφιους αγοραστές, όμως δεν υπήρχαν διαθέσιμα αυτοκίνητα, εφόσον εντελώς ξαφνικά όλα είχαν "πουληθεί". Εύλογα οι εφημερίδες άρχισαν να υποψιάζονται απόπειρα των αντιπροσωπειών να αποκρύψουν το υπάρχον απόθεμα, με πρόθεση να το προωθήσουν το αμέσως επόμενο διάστημα με τις καινούργιες, υψηλότερες τιμές. Βέβαια οι υποψίες αυτές δεν αφορούσαν μόνο τον κλάδο του αυτοκινήτου, εφόσον στο στόχαστρο βρέθηκαν διάφορες επιχειρήσεις ανεξαρτήτως αντικειμένου, ακόμα και τα super market. Υπήρξε όμως και η δυσαρέσκεια του κόσμου και τα περισσότερα παράπονα αφορούσαν τα καταστήματα ηλεκτρικών ειδών και τις αντιπροσωπείες των αυτοκινήτων. Αυξημένο ήταν το ενδιαφέρον και για μεταχειρισμένα αυτοκίνητα, οι τιμές των οποίων υπολογίστηκε ότι θα ήταν αυξημένες κατά 10% έως 15%, μετά την υποτίμηση της δραχμής. 

Την κατάσταση στην Αττική είχαν αναλάβει να ελέγχουν τριάντα συνεργεία του υπουργείου Εμπορίου, σε μια προσπάθεια να αποτραπούν φαινόμενα κερδοσκοπίας. Σύντομα, άρχισαν να βλέπουν το φως της δημοσιότητας τα αποτελέσματα των εφόδων. Το απόγευμα της 17ης Οκτωβρίου, συνεργείο ανακάλυψε μετά από έλεγχο 45 καινούργια αυτοκίνητα μικρού κυβισμού, σε μάντρα του γνωστού εμπόρου Λουκά Βασιληά. Για άγνωστο λόγο το συνεργείο θεώρησε πως τα αυτοκίνητα αυτά ήταν αποθηκευμένα εκεί, με σκοπό να πουληθούν αργότερα σε υψηλότερες τιμές. Μάλιστα, το υπουργείο Εμπορίου έδωσε σήμα στην Αστυνομική Διεύθυνση Αττικής, ώστε να υπάρξει 24ωρη φρούρηση του χώρου. Οι πληροφορίες έλεγαν πως η μεταφορά τους εκεί έγινε μετά την υποτίμηση της δραχμής, ενώ ο ίδιος ο επιχειρηματίας απουσίαζε από την Αθήνα και οι Αρχές τον αναζητούσαν ώστε να δώσει τις απαραίτητες εξηγήσεις.

Από την εφημερίδα "Ελευθεροτυπία", στις 18/10/1985


Την ίδια στιγμή υπήρξε θέμα με μια παρτίδα αυτοκινήτων του Σαρακάκη. Η ιστορία ξεκίνησε μετά από έλεγχο της αγορανομίας στις αποθήκες της επιχείρησης στην Λεωφ. Καβάλας, οι οποίες βρέθηκαν... άδειες! Η έρευνα οδήγησε στο υποκατάστημα του Σαρακάκη στην Λάρισα, μετά και από καταγγελίες αγοραστών λόγω καθυστέρησης παράδοσης των καινούργιων αυτοκινήτων τους. Εκεί βρέθηκαν 44 αυτοκίνητα τα οποία δεν μπορούσε να δικαιολογήσει ο προϊστάμενος της αντιπροσωπείας, κ. Αναστάσιος Νίκας. Ως αποτέλεσμα, υπήρξε παραπομπή του στο Αυτόφωρο, με την κατηγορία της απόκρυψης. Εκπρόσωπος της εταιρείας Σαρακάκη, δήλωσε πως είχαν σταλεί σιδηροδρομικώς στην Λάρισα 32 αυτοκίνητα (κυρίως Honda Civic) για τα οποία ο κ. Νίκας δεν γνώριζε, διότι ο ΟΣΕ καθυστέρησε να τον ενημερώσει για την άφιξή τους στην πόλη. Επιπλέον ισχυρίστηκε πως τα αυτοκίνητα αυτά είχαν ήδη πουληθεί με τις παλιές τιμές, ενώ όλη η φασαρία ξεκίνησε από "απειρία υπαλλήλων του υπουργείου Εμπορίου". Στις 17 Οκτωβρίου 1985, με αφορμή αυτό το γεγονός, η εφημερίδα "Έθνος" είχε στο πρωτοσέλιδο της ως πρώτο θέμα τον εντυπωσιακό τίτλο: "Στόλος Ι.Χ φυγαδεύτηκε στην επαρχία". Το δημοσίευμα έκανε λόγο για "εκατοντάδες Ι.Χ" τα οποία φυγαδεύτηκαν στην επαρχία με σκοπό την κερδοσκοπία, αφήνοντας αιχμές ότι την τακτική αυτή εφάρμοσαν και άλλες επιχειρήσεις του χώρου. 








B.A
 Έρευνα & αρχείο © Hellenic Motor History (2020)
Με πληροφορίες από τις εφημερίδες "Έθνος" & "Ελευθεροτυπία" (17/10 & 18/10/1985)
Αρχική φωτογραφία: "Έθνος" (15/10/1985)

Τρίτη 6 Οκτωβρίου 2020

Το αυτοκίνητο στην Ελλάδα την δεκαετία του '90. Οι παράγοντες & οι πολιτικές που διαμόρφωσαν την εγχώρια αγορά αυτοκινήτου.

 


Μια νέα εποχή ξεκινούσε για την εγχώρια αγορά αυτοκινήτου, με την είσοδο της δεκαετίας του '90. Μια δεκαετία που είχε τα δικά της ιδιαίτερα χαρακτηριστικά, εφόσον το σκηνικό άλλαξε σχεδόν ολοκληρωτικά σε όλα τα επίπεδα. Η πολιτική που εφάρμοσαν κατά την δεκαετία του '80 οι διάφορες κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ απέναντι στο αυτοκίνητο, οδηγούσε αναμφίβολα σε αδιέξοδο. Η αρχή είχε γίνει βέβαια επί Νέας Δημοκρατίας, το καλοκαίρι του 1979, όμως η κατάσταση έγινε χειρότερη τα επόμενα χρόνια. Ήδη από τα τέλη της δεκαετίας του '80 κέρδιζε έδαφος η άποψη πως η αλλαγή πολιτικής απέναντι στο ιδιωτικό αυτοκίνητο ήταν μονόδρομος. Σε αυτό συνέβαλε καθοριστικά το πρόβλημα της ατμοσφαιρικής ρύπανσης που βιώνε έντονα η πρωτεύουσα, εκείνη την εποχή. Το αυτοκίνητο ήταν ο Νο 1 υπεύθυνος για αυτή την κατάσταση, εξαιτίας των χιλιάδων παλαιών, ελλειπώς συντηρημένων, ρυπογόνων οχημάτων που κυκλοφορούσαν στους δρόμους. Αυτό, με την σειρά του, ήταν συνέπεια της υψηλής φορολογίας που επέβαλε το κράτος στα Ι.Χ αυτοκίνητα, πράγμα που καθιστούσε ανέφικτη την επαρκή ανανέωση του στόλου. 

Διάφορα σενάρια κυκλοφορούσαν στον ημερήσιο Τύπο σχετικά με το θέμα. Κάποια από αυτά ήθελαν την Ελλάδα να εναρμονίζεται -αναγκαστικά- με την ευρωπαϊκή νομοθεσία το 1992, έτος της ευρωπαϊκής ενοποίησης (Συνθήκη του Μάαστριχτ). Το "φθηνότερο" αυτοκίνητο πάντως, έγινε πραγματικότητα για τον Έλληνα λίγο νωρίτερα, τουλάχιστον θεωρητικά. Η πρώτη κίνηση είχε γίνει ήδη τον Μάρτιο του 1989 από τον υπουργό Οικονομικών Δημήτρη Τσοβόλα, με το Νόμο 1858/89 (κυβέρνηση Α. Παπανδρέου). Οι νέοι φορολογικοί συντελεστές ήταν μειωμένοι, όμως όχι σε ικανό βαθμό και μόνο για τα αυτοκίνητα νέας αντιρρυπαντικής τεχνολογίας. Το πρόβλημα ήταν πως η απόφαση αυτή πάρθηκε εντελώς ξαφνικά, χωρίς καμία προετοιμασία. Ουσιαστικά ο νόμος ευνοούσε αυτοκίνητα που απλά δεν υπήρχαν στην ελληνική αγορά! 

Tην εικόνα ήρθε να βελτιώσει ο Νόμος 1882/90 (Οικουμενική κυβέρνηση Ξεν. Ζολώτα). Οι μειώσεις στην φορολογία ήταν σημαντικές για τα καταλυτικά αυτοκίνητα μεσαίου και μεγάλου κυβισμού. Επιπλέον, η απόφαση δεν αποτελούσε μια σπασμωδική ενέργεια, ενώ οι επίσημοι εισαγωγείς αυτοκινήτων δεν βρέθηκαν ανάλογα απροετοίμαστοι. 




Οι πρώτες παρτίδες καταλυτικών αυτοκινήτων ήταν διαθέσιμες ήδη από τους πρώτους μήνες του 1990, ενώ την ίδια χρονιά οι πωλήσεις νέων επιβατικών αυτοκινήτων αυξήθηκαν κατά 34.6%, με συνολικά 115.314 μονάδες. Αντίθετα, σταθερή παρέμεινε η ζήτηση για μεταχειρισμένα αυτοκίνητα, αλλά με το ποσοστό τους μειωμένο στο 12.9% από το 16.3% που κατείχαν το 1989. Το σύνολο των νέων αυτοκινήτων έφτανε για πρώτη φορά σε αυτά τα επίπεδα, από το 1978. Όμως ουσιαστικά η σύνθεση των κυκλοφορούντων οχημάτων δεν άλλαξε και το πρόβλημα της ανανέωσης του στόλου παρέμεινε. Την λύση ήρθε να δώσει η γνωστή "απόσυρση", δηλαδή τα οικονομικά κίνητρα για την αντικατάσταση των παλαιών αυτοκινήτων με καινούργια, αντιρρυπαντικής τεχνολογίας. Τα καταλυτικά αυτοκίνητα δεν είχαν καθιερωθεί ακόμα στις ευρωπαϊκές αγορές, ενώ η απόφαση για το συγκεκριμένο μέτρο κατέστησε την ελληνική αγορά αυτοκινήτου πρωτοπόρα, εφόσον τα επόμενα χρόνια υπήρξαν ανάλογα μέτρα και σε άλλες χώρες της Ευρώπης. 

Η "απόσυρση" ξεκίνησε στις 1/1/1991 με προοπτική να διαρκέσει για δύο χρόνια, έως τα τέλη του 1992 (τελικά υπήρξε μια μικρή παράταση έως το πρώτο τρίμηνο του 1993). Τα επιπλέον κίνητρα βασίστηκαν στο Νόμο 1921/91 (άρθρο 20) και ίσχυσαν για επιβατικά αυτοκίνητα έως 2.000 cc και ελαφρά φορτηγά ιδιωτικής χρήσης, μικτού βάρους έως 2.5 τόννους. Αν και στην πράξη υπήρξαν ορισμένα προβλήματα, πάντως η εφαρμογή του ήταν επιτυχημένη και αποτελούσε τον μοναδικό τρόπο για την ουσιαστική ανανέωση του στόλου των αυτοκινήτων σε εύλογο χρονικό διάστημα. Ήταν η έναρξη μιας περιόδου που ο ανταγωνισμός έγινε ιδιαίτερα έντονος στην εγχώρια αγορά. Το 1991 οι πωλήσεις επιβατικών αυτοκινήτων παρουσίασαν αύξηση κατά 45.5%, με συνολικά 167.737 μονάδες. Παράλληλα, η ζήτηση για μεταχειρισμένα αυτοκίνητα ήταν κατά -46.1% μειωμένη, με 9.207 μονάδες. Το ποσοστό τους επί του συνόλου των επιβατικών ανήλθε σε μόλις 5.2%, καταγράφοντας ιστορικό χαμηλό για αυτό το κομμάτι της αγοράς. Το 1992 το ενδιαφέρον για καινούργιο αυτοκίνητο στην χώρα μας ήταν μεγάλο και η αγορά κινήθηκε ανοδικά κατά 18.6%. Οι πωλήσεις κατέγραψαν ρεκόρ, με 199.004 μονάδες, ενώ τα μεταχειρισμένα υποχώρησαν περαιτέρω, με 7.648 μονάδες (-16.9%). 




Εκτός από τα ποσοτικά χαρακτηριστικά της αγοράς, άλλαξαν και τα ποιοτικά χαρακτηριστικά. Με τον Ειδικό Φόρο Κατανάλωσης μειωμένο κατά 60% για τα αυτοκίνητα έως 1.400 cc και κατά 50% για τα αυτοκίνητα από 1.401 έως 2.000 cc, το αγοραστικό κοινό στράφηκε σε μοντέλα με κινητήρες μεγαλύτερου κυβισμού ενώ μεγάλη αύξηση κατέγραψαν τα αυτοκίνητα της μεσαίας κατηγορίας, κατά κανόνα στους 11 φορ. ίππους (1.600 cc). Εώς τα τέλη του 1992 το μεγαλύτερο ποσοστό κατείχαν τα μικρομεσαία οικογενειακά στα 1.300 - 1.400 cc (9 & 10 φορ. ίπποι), με τους κινητήρες έως τα 1.200 cc (8 φορ. ίπποι) να περιορίζονται στα μικρά αυτοκίνητα πόλης. Στο παιχνίδι μπήκαν και τα αυτοκίνητα της μεγαλύτερης κατηγορίας (1.800 - 2.000 cc), τα οποία μπορεί να μην απευθύνονταν στον "μέσο" αγοραστή, όμως η σχεδόν ανύπαρκτη παλιότερα μεγάλη κατηγορία, κατέκτησε ένα ποσοστό γύρω στο 5.0%. 

Αντίθετα, σε δεύτερη μοίρα πέρασαν τα φθηνότερα αυτοκίνητα της Ανατολικής Ευρώπης. Κάποιες ανατολικές φίρμες είχαν ήδη σταματήσει να διαθέτουν αυτοκίνητα στην Ελλάδα, λόγω έλλειψης μοντέλων  καταλυτικής τεχνολογίας. Ουσιαστικά στην αγορά παρέμεινε η Lada, η Skoda και η Yugo, με την τελευταία να έχει σημαντικές απώλειες από το 1991, λόγω και των γεγονότων στην πρώην Γιουγκοσλαβία. Την ίδια χρονιά, το μερίδιο των "ανατολικών" είχε συρρικνωθεί στο 5.5% επί του συνόλου, με 9.287 μονάδες, έναντι 9.9% και 11.427 μονάδες το 1990. Είναι φανερό ότι η μεταβολή στην σύνθεση των πωλήσεων ήταν καθοριστική και ραγδαία. Η νέες συνθήκες και ο σκληρός ανταγωνισμός είχαν ως αποτέλεσμα το τέλος της κυριαρχίας της Nissan στην Ελλάδα. Το γεγονός είναι σημαντικό, με δεδομένο ότι η εταιρεία βασιζόταν στα εγχώριας παραγωγής Sunny, η συναρμολόγηση των οποίων γινόταν στις εγκαταστάσεις της ΤΕΟΚΑΡ στον Βόλο. Το 1992 ήταν η τελευταία χρονιά που η Nissan κατέκτησε την κορυφή της ελληνικής αγοράς, έχοντας ήδη υποστεί έντονο ανταγωνισμό από τις Toyota & Fiat τα προηγούμενα χρόνια. Επιπλέον είχε τεθεί από την Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων το ζήτημα της ευνοϊκής μεταχείρησης στα αυτοκίνητα εγχώριας παραγωγής. Στις 23 Οκτωβρίου 1990 η Επιτροπή άσκησε, δυνάμει του άρθρου 169 της Συνθήκης ΕΟΚ, προσφυγή με την οποία ζητούσε να αναγνωριστεί ότι η Ελληνική Δημοκρατία, θεσπίζοντας διαφορετικούς κανόνες για τον υπολογισμό της βάσεως επιβολής του ειδικού φόρου καταναλώσεως, αναλόγως αν τα αυτοκίνητα εισάγονται από άλλα κράτη-μέλη ή κατασκευάζονται στην Ελλάδα, παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από το άρθρο 95 της Συνθήκης ΕΟΚ (υπόθεση C-327/90). Η απόφαση εκδόθηκε στις 12 Μαΐου 1992 και η χώρα μας καταδικάστηκε λόγω παραβίασης του άρθρου 95 καθώς και στα δικαστικά έξοδα. Αυτό σημαίνει ότι τα αυτοκίνητα της ΤΕΟΚΑΡ έχασαν το πλεονέκτημα έναντι του (εισαγόμενου) ανταγωνισμού. Είναι ενδεικτικό το γεγονός ότι η Nissan, από την 1η θέση που κατείχε το 1992 με ποσοστό 9.1%, έπεσε στην 5η θέση το 1994 με 6.1%, ενώ οι πωλήσεις του Sunny το ίδιο διάστημα υποχώρησαν κατά περίπου 64%. Δυστυχώς αυτά καθώς και μια σειρά άλλων παραγόντων οδήγησαν στο κλείσιμο του εργοστασίου της ΤΕΟΚΑΡ, στις 27 Απριλίου 1995. Η μονάδα του Θεοχαράκη λειτούργησε για 15 χρόνια (1980-1995) αποτελώντας ένα από τα πλέον σημαντικά βιομηχανικά συγκροτήματα στην χώρα μας και το σημαντικότερο στον χώρο του αυτοκινήτου. 

Το μέτρο της "απόσυρσης" έληγε τυπικά στο τέλος του 1992, όμως δόθηκε παράταση έως το τέλος του πρώτου τριμήνου του 1993, εφόσον πολλοί που είχαν δικαίωμα απόσυρσης του παλαιού αυτοκινήτου δεν είχαν προλάβει να το αξιοποιήσουν. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα μια αύξηση των πωλήσεων στο διάστημα Ιανουαρίου-Μαρτίου, όμως από τον Μάιο της ίδιας χρονιάς η αγορά άρχισε να κινείται σε χαμηλά επίπεδα. Εκείνη την περίοδο, από 1 έως 9 Μαΐου 1993, πραγματοποιήθηκε στο Στάδιο Ειρήνης & Φιλίας η έκθεση αυτοκινήτου "Auto Moto '93". Στην συγκεκριμένη διοργάνωση παρουσιάστηκαν για πρώτη φορά στο ελληνικό κοινό μερικά σημαντικά μοντέλα εκείνης της περιόδου, όπως το Opel Corsa 2ης γενιάς, το Renault Twingo, το Seat Ibiza 2ης γενιάς, το Peugeot 306 και η Citroen Xantia. Όμως στην αγορά δεν επικρατούσε κλίμα αισιοδοξίας. Με την σημαντική πτώση που σημειώθηκε, οι διάφορες αντιπροσωπείες ξεκίνησαν έναν αγώνα δρόμου προσφορών, ενώ αρκετές εταιρείες επιχειρούσαν να δελεάσουν τους υποφήφιους αγοραστές με τιμές "απόσυρσης", μετά την επίσημη λήξη του μέτρου. Το σύστημα των χρηματοδοτήσεων μέσω των τραπεζών άρχισε να εντείνεται, ενώ δεν έλειπαν οι προσφορές για αγορά χωρίς προκαταβολή (π.χ Suzuki - Σφακιανάκης). 




Το σημαντικό στοιχείο όμως είναι πως η πολιτική του κράτους απέναντι στο αυτοκίνητο δεν επέστρεψε στην λογική της εποχής πριν από την απόσυρση. Ήδη από την 1/1/1993 τέθηκε σε ισχύ ο Νόμος 2093/92 που όριζε τους νέους -μειωμένους- συντελεστές του Ε.Φ.Κ. (άρθρο 10). Οι συντελεστές αυτοί μειώθηκαν περαιτέρω, κατά 25%, με το Νόμο 2187/94, που τέθηκε σε ισχύ από 1η Σεπτεμβρίου 1993. Παράλληλα υπήρξε αύξηση στο Εφάπαξ Πρόσθετο Ειδικό Τέλος (Ε.Π.Ε.Τ) με ποσοστά από 8% έως 16%, πάντως η γενική εικόνα ήταν πως υπήρξε μια μείωση στις λιανικές τιμές των αυτοκινήτων. Όπως ήταν λογικό, οι πωλήσεις το 1993 σημείωσαν πτώση, με συνολικά 147.789 μονάδες (-26%). Στην πρώτη θέση των πωλήσεων ήταν πλέον η Toyota, ενώ η Nissan υποχώρησε στην 4η θέση. 

Η δεκαετία του '90 έφερε και νέους παίκτες στην ελληνική αγορά. Εκτός από την δυναμική επανεμφάνιση της Hyundai το 1990, την εμφάνισή τους έως τα μέσα της δεκαετίας έκαναν και άλλες δύο εταιρείες από τη Ν. Κορέα. Η KIA Motors και η Daewoo. Σε αντίθεση με την Hyundai, το ξεκίνημά τους δεν ήταν εντυπωσιακό, όμως με την σταδιακή διεύρυνση της γκάμας τους, πέτυχαν ικανοποιητικά ποσοστά έως τα τέλη της δεκαετίας. 

Το 1994 οι πωλήσεις καινούργιων αυτοκινήτων έπεσαν στα χαμηλότερα επίπεδα για όλη την δεκαετία του '90. Σε αυτό συνέβαλε και το γεγονός της οικονομικής αναταραχής που προκλήθηκε από τις πιέσεις που δέχθηκε η δραχμή, μέσα στο έτος. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα την άνοδο στις τιμές των αυτοκινήτων, την (παροδική) αύξηση των επιτοκίων και την αλλαγή στους όρους διακανονισμού, με μεγαλύτερη προκαταβολή και μικρότερο αριθμό δόσεων. Συνολικά 112.567 αυτοκίνητα ταξινομήθηκαν το 1994 (-24%), με πρώτη σε πωλήσεις την Fiat που κατέκτησε μερίδιο 14.0%. 

Τα επόμενα χρόνια η αγορά κινήθηκε σε σταθερά ανοδική τροχιά. Την διετία 1995-1996 η αύξηση ανήλθε στο 14.0% και 7.0% αντίστοιχα, με τις πωλήσεις να διατηρούνται σε χαμηλά επίπεδα, με 128.137 και 136.856 μονάδες. Η Fiat συνέχισε να κυριαρχεί για όλο αυτό το διάστημα με υψηλά ποσοστά, ενώ το Fiat Punto ήταν το best seller στην χώρα μας.  




Εικόνα από το... μέλλον ήταν η 1η Έκθεση Ηλεκτρικών Οχημάτων που πραγματοποιήθηκε στην χώρα μας τον Μάιο του 1997, στα πλαίσια του 1ου Ευρωπαϊκού Συνεδρίου Καθαρών Αυτοκινήτων. Η διοργάνωση έγινε στην Πολυτεχνιούπολη του Ζωγράφου και παρουσιάστηκαν μοντέλα όπως το Citroen Saxo Electrique, το Toyota RAV4 EV, το EV1 της General Motors αλλά και το πειραματικό ηλεκτρικό αυτοκίνητο του Πανεπιστημίου Πατρών, καθώς και η ηλεκτρική έκδοση ενός Seat Marbella από το τμήμα Ηλεκτρολόγων Μηχανικών και Μηχανικών Υπολογιστών του ΕΜΠ. Την ίδια χρονιά η αγορά αυτοκινήτου στην Ελλάδα σημείωσε αύξηση κατά 18.4%. Με την σταδιακή υποχώρηση των επιτοκίων, τα ευέλικτα χρηματοδοτικά προγράμματα και τις δελεαστικές προσφορές, ο ανταγωνισμός μεταξύ των εταιρειών έγινε ακόμα πιο έντονος και η αγορά παρουσίασε αύξηση κατά 11.1% το 1998, με 180.046 πωλήσεις επιβατικών αυτοκινήτων. Σημαντική ήταν η κατάθεση του νομοσχεδίου για την φορολογία, στις 9 Νοεμβρίου 1998 (Νόμος 2682/99). Αυτό προέβλεπε την προσαρμογή με το καθεστώς που επέβαλε η Ευρωπαϊκή Ένωση στην φορολόγηση των μεταχειρισμένων αυτοκινήτων, με κριτήριο το έτος κατασκευής και την αντιρρυπαντική τεχνολογία. Επίσης υπήρξε κατάργηση του Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης και του Εφάπαξ Πρόσθετου Ειδικού Τέλους και καθιερώθηκε το Τέλος Ταξινόμησης. Το ποσοστό στο Τέλος Ταξινόμησης ορίστηκε στα καινούργια αυτοκίνητα από 16% έως 128%, ανάλογα τον κυβισμό τους. Για τα δημοφιλή στην Ελλάδα αυτοκίνητα από 901 έως 1.400 cc το τέλος ανήλθε στο 33% ενώ για τα αυτοκίνητα από 1.401 έως 1.600 cc στο 45%. Για τα μεταχειρισμένα επιβατικά συμβατικής τεχνολογίας (χωρίς καταλύτη) το Τέλος Ταξινόμησης ήταν από 93% έως 560% (!) ενώ για τα μεταχειρισμένα καταλυτικά προδιαγραφών 89 & 91 ίσχυαν διαφορετικοί συντελεστές, από 61% έως 540% και από 37% έως 230% αντίστοιχα. Με αυτό το νομοσχέδιο η πρόθεση της κυβέρνησης ήταν να στρέψει τους καταναλωτές προς τα καινούργια, πιο "καθαρά" αυτοκίνητα. Σε αυτό βοήθησε και η μείωση στις λιανικές τιμές των καινούργιων επιβατικών, που επήλθε με την αλλαγή στην φορολογία τους. 

Βέβαια δεν ήταν όλα ρόδινα, εφόσον η κυβέρνηση επέμενε σε αναχρονισμούς, όπως τα τεκμήρια διαβίωσης. Ήδη στις αρχές του 1998 τα τεκμήρια για τα επιβατικά αυτοκίνητα αυξήθηκαν σημαντικά σε σχέση με αυτά που είχαν επιβληθεί το 1994. Για ένα αυτοκίνητο 8 φορ. ίππων η ετήσια τεκμαρτή δαπάνη ανήλθε στα 2.100.000 δραχμές από 1.400.000. Η αντίστοιχη δαπάνη για ένα αυτοκίνητο 9 φορ. ίππων ανήλθε στα 2.750.000 δρχ από 1.750.000 (!) ενώ στους 10 φορ ίππους το τεκμήριο καθορίστηκε στα 3.400.000 δρχ από 2.100.000. Πάντως το νέο σκηνικό που διαμορφώθηκε, είχε ως αποτέλεσμα την εκτίναξη στις πωλήσεις καινούργιων αυτοκινήτων κατά 45.3%, την επόμενη χρονιά. 

Το 1999 οι ταξινομήσεις ανήλθαν σε 261.711 μονάδες, αριθμός-ρεκόρ για τα έως τότε δεδομένα. Ήταν η αρχή μιας εξαιρετικής περιόδου για την εγχώρια αγορά αυτοκινήτου, που θα έφτανε σε ακόμα υψηλότερα επίπεδα την επόμενη δεκαετία. Η Toyota ήρθε πρώτη στην γενική κατάταξη, με ποσοστό 10.4% και 27.253 μονάδες. Η Opel ακολούθησε στην 2η θέση, διέθετε όμως το πρώτο σε πωλήσεις μοντέλο, το Astra 2ης γενιάς.


Το Fiat Punto ήταν ο πρωταγωνιστής στην ελληνική αγορά την περίοδο 1995-1996




H δεκαετία του '90 σηματοδότησε μια νέα φιλοσοφία από την πλευρά του κράτους απέναντι στο αυτοκίνητο. Οι αλλαγές ήταν καταιγιστικές στις αρχές της δεκαετίας, με τη νέα φορολογική πολιτική, τα κίνητρα για την αντικατάσταση των παλαιών αυτοκινήτων και την είσοδο των καταλυτικών στην καθημερινότητά μας. Αστοχίες υπήρξαν όπως και εμμονές, με χαρακτηριστικό παράδειγμα τα "τεκμήρια", τα οποία δεν ανταποκρίνονταν πάντα στα πραγματικά δεδομένα αγοράς ενός αυτοκινήτου. Όμως ήταν σαφές πως γενικότερα ο χώρος του αυτοκινήτου κινήθηκε σε ένα πιο υγιές περιβάλλον σε σχέση με αυτό της δεκαετίας του '80. Παρά τα προβλήματα, πολλές από τις στρεβλώσεις που ταλαιπώρησαν για χρόνια την αγορά ανήκαν στο παρελθόν, ενώ η σταδιακή "απελευθέρωση" των τραπεζικών χρηματοδοτήσεων και οι περισσότερο ευνοϊκοί όροι αποπληρωμής, έφεραν περισσότερους Έλληνες στις εκθέσεις. Οι πωλήσεις κινήθηκαν σε σχετικά χαμηλά επίπεδα μετά την περίοδο της "απόσυρσης", όμως τα επόμενα χρόνια η αγορά βρήκε τους ρυθμούς της, μέχρι την "έκρηξη" που σημειώθηκε το 1999 στην ζήτηση για καινούργια αυτοκίνητα. 







 B.A
 Έρευνα & αρχείο © Hellenic Motor History (2020)
Αρχική φωτογραφία: Russ Glasson, Αθήνα 1999.
Πίνακας: Hellenic Motor History 
Στοιχεία πωλήσεων: ΣΕΑΑ (Σύνδεσμος Εισαγωγέων Αντιπροσώπων Αυτοκινήτων)
Με πληροφορίες από eur-lex.europa.eu (προσφυγή Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων) και την εφημερίδα "Τα Νέα" (Έκθεση Ηλεκτρικών Αυτοκινήτων).

Παρασκευή 2 Οκτωβρίου 2020

To νομοσχέδιο για τα "πειρατικά" και οι νέες άδειες ταξί το 1964

 


Στις 3 Ιουνίου 1964 κατατέθηκε στην βουλή το νομοσχέδιο που αφορούσε την απαγόρευση μεταφοράς επιβατών "επί κομίστρω" για τα επιβατικά αυτοκίνητα ιδιωτική χρήσης, τα λεγόμενα "πειρατικά'. Μάλιστα χαρακτηρίστηκε ως επείγον, ενώ ο υπουργός Συγκοινωνιών κ. Στέλιος Αλλαμανής τόνισε στην εισηγητική του έκθεση το γεγονός της παράνομης συγκοινωνίας αντί πληρωμής κομίστρου, που γινόταν ήδη επί πολλά χρόνια. 

Η κυβέρνηση του Γεωργίου Παπανδρέου είχε υποσχεθεί στους ιδιοκτήτες ταξί πως θα δοθεί λύση στα πρβλήματά τους, όταν είχαν απειλήσει με κινητοποιήσεις στις αρχές Απριλίου. Στις 8 Απριλίου έγινε πορεία διαμαρτυρίας των αυτοκινητιστών με τα οχήματά τους προς το Καστρί, στην οικία του κ. Παπανδρέου, με σκοπό να ζητήσουν την ικανοποίηση των αιτημάτων τους. Μεταξύ άλλων, ζητούσαν να παταχθεί η πειρατεία  αλλά και να μην δοθούν νέες άδειες ταξί στους "πειρατές" (η κυβέρνηση εξέταζε την περίπτωση έκδοσης τουλάχιστον 270 τέτοιων αδειών). Λόγω της πορείας, ο μεγάλος αριθμός ταξί που συγκεντρώθηκε είχε ως αποτέλεσμα να δημιουργηθεί κυκλοφοριακό πρόβλημα στην Λεωφόρο Κηφισίας.  

 
Φωτορεπορτάζ της εφημερίδας "Το Βήμα", στις 9 Απριλίου 1964, σχετικά με την πορεία των ιδιοκτητών ταξί στο Καστρί.


Το Νομοθετικό Διάταγμα 4354/64 (ΦΕΚ 145, 28/8/1964), "Περί απαγορεύσεως μεταφοράς επιβατών επί κομίστρω δι'επιβατηγών αυτοκινήτων ιδιωτικής και δημοσίας χρήσεως μετά ή άνευ μετρητού και άλλων τινών διατάξεων", απαγόρευε την μεταφορά επιβατών επί πληρωμή κομίστρου κατά άτομο ή επί συνολική μίσθωση, από επιβατικά αυτοκίνητα ιδιωτικής χρήσης, σε όλη την χώρα. Στους παραβάτες θα επιβάλλονταν ποινικές και διοικητικές κυρώσεις, όπως η αφαίρεση της άδειας κυκλοφορίας του οχήματος και του διπλώματος οδήγησης επί έναν μήνα. Ομοίως, δεν επιτρεπόταν η μεταφορά επιβατών από επιβατικά αυτοκίνητα δημοσίας χρήσης με ή χωρίς μετρητή, αντί πληρωμής κομίστρου ανά επιβάτη. Ο νόμος έδινε την δυνατότητα να υπάρξουν εξαιρέσεις σε περιοχές όπου δεν εξυπηρετούσαν λεωφορεία δημόσιας χρήσης ή σε αυτοκίνητα κυκλοφορούντων σε ορεινές ή άγονες γραμμές, πάντα με άδεια του αρμόδιου Νομάρχη. 
Όσον αφορά τα αυτοκίνητα Δ.Χ οι ποινές διέφεραν σε σχέση με τα Ι.Χ .
Σε περίπτωση παράβασης του νόμου, η αφαίρεση της άδειας κυκλοφορίας ίσχυε για 15 ημέρες αντί για έναν μήνα. Σε περίπτωση υποτροπής για το ίδιο αδίκημα, ο νόμος προέβλεπε αφαίρεση της άδειας του οδηγού (δίπλωμα) επί ένα εξάμηνο είτε για Ι.Χ είτε για Δ.Χ, ενώ της άδειας κυκλοφορίας Ι.Χ αυτοκινήτου επίσης για ένα εξάμηνο και Δ.Χ αυτοκινήτου για ένα δίμηνο. Εάν υπήρχε και επιπλέον υποτροπή σε διάστημα δύο ετών από το πρώτο αδίκημα, τότε γινόταν οριστική αφαίρεση στην άδεια κυκλοφορίας του οχήματος.  Πάντως υπήρχαν και αυστηρότερες ποινές, εάν κατόπιν ο οδηγός επέμενε στην παραβατική συμπεριφορά. 

Πολλές αντιδράσεις από τους ιδιοκτήτες ταξί προκάλεσε το άρθρο 3, με την δημοσιοποίηση του νομοσχεδίου αμέσως μετά την κατάθεση  του στην βουλή. Αυτό προέβλεπε την αύξηση του αριθμού των ταξί στην πρωτεύουσα κατά 600, από 3.150 σε 3.750. Η αύξηση αυτή γινόταν κατά παρέκκλιση του άρθρου 1 του Ν.Δ. 1217/49 περί του μέγιστου αριθμού των επιβατικών αυτοκινήτων δημοσίας χρήσης στην περιοχή Αθηνών-Πειραιώς-Περιχώρων. Είχε προηγηθεί λίγους μήνες πριν το Βασιλικό Διάταγμα 39/64, που όριζε τον μέγιστο αριθμό ταξί και αγοραίων για το 1964 σε 3.150. Οι ιδιοκτήτες ταξί ήταν αντίθετοι με την έκδοση νέων αδειών σε όσους δεν ήταν επαγγελματίες αυτοκινητιστές, δηλαδή σε  ιδιώτες, προβάλλοντας ζωηρά το αίτημα για κατάργηση της "πειρατίας". Μάλιστα κατηγορούσαν τους "πειρατές" για το πλήγμα που είχε δεχτεί ο κλάδος τους, ενώ οι "πειρατές" από την μεριά τους υποστήριζαν ότι βρίσκονταν υπό διωγμό από τους ιδιοκτήτες ταξί και ζητούσαν ελευθερία και ισοτιμία στην άσκηση του επαγγέλματος. Και οι δύο πλευρές προχώρησαν σε διαμαρτυρίες και κινητοποιήσεις. 
Πάντως το άρθρο 3 ανέφερε πως "Δι'αποφάσεως του Υπουργού Συγκοινωνιών θα καθορισθώσιν οι όροι, αι προϋποθέσεις κλπ δια την χορήγησιν των υπολοιπομένων εγκρίσεων αδειών κυκλοφορίας επιβατηγών αυτοκινήτων προς συμπλήρωσιν του κατά τα ανωτέρω οριζομένου αριθμού των 3.750 αυτοκινήτων". 
Η απόφαση αυτή κρίθηκε σκόπιμη από την κυβέρνηση, προς αντιμετώπιση του "ασκουμένου παρανόμου έργου". Οι νέες άδειες ήταν προσωπικές, χωρίς δυνατότητα μεταβίβασης ("εξαιρουμένης της περιπτώσεως κληρονομήσεως..."), ενώ ο αριθμός των ταξί και αγοραίων που όριζε ο νόμος θα περέμενε αμετάβλητος έως τις 31 Δεκεμβρίου 1966. 






B.A
Έρευνα & αρχείο  © Hellenic Motor History (2020)