Η Σουηδία έχει αφήσει το δικό της, ιδιαίτερο, στίγμα στην ιστορία του αυτοκινήτου. Η δυναμική παρουσία της σκανδιναβικής χώρας διεθνώς, έχει την υπογραφή από δύο ονόματα: Volvo & Saab.
Η πορεία της Volvo ξεκίνησε τυπικά το 1927, με την έναρξη παραγωγής του επιβατικού μοντέλου ÖV 4. Σύντομα η εταιρεία επεκτάθηκε στην κατασκευή φορτηγών ενώ το 1934 παρουσίασε το πρώτο της λεωφορείο. Τα επαγγελματικά οχήματα αποτελούν ένα μεγάλο κεφάλαιο για την Volvo και στην χώρα μας, όμως το συγκεκριμένο αφιέρωμα θα περιοριστεί στα επιβατικά αυτοκίνητα.
H Saab AB ιδρύθηκε το 1937 με σκοπό την παραγωγή μαχητικών αεροσκαφών. Μετά το τέλος του πολέμου το 1945, ξεκίνησε η εξέλιξη του πρώτου της αυτοκινήτου με την κωδική ονομασία "92". Το Saab μπήκε στην παραγωγή τον Δεκέμβριο του 1949. Το 1950 οι πωλήσεις του στην Σουηδία ανήλθαν σε 931 μονάδες, όμως οι επιδόσεις της εταιρείας βελτιώθηκαν αισθητά έως τα μέσα της δεκαετίας του '50. Kατά την διάρκεια αυτής της δεκαετίας οι Volvo και Saab έκαναν τα πρώτα τους βήματα στην εξαγωγή αυτοκινήτων στην απαιτητική αγορά των Η.Π.Α, που αργότερα αποτέλεσε τον σημαντικότερο εξαγωγικό τους προορισμό (και συνεχίζει στην περίπτωση της Volvo).
Η φήμη των σουηδικών αυτοκινήτων δεν άργησε να εξαπλωθεί σε όλον το κόσμο και, φυσικά, η χώρα μας δεν αποτέλεσε εξαίρεση. Το όνομα της Volvo έγινε από νωρίς γνωστό στην Ελλάδα χάρη στα φορτηγά και τα λεωφορεία, η παρουσία των οποίων χρονολογείται πριν από τον πόλεμο. Βέβαια μεγάλη δυναμική ανέπτυξαν αμέσως μετά τον πόλεμο. Ήδη από τα τέλη της δεκαετίας του '40 ήταν διαθέσιμα από την "Σαρακάκης & Καλόμοιρος", με έδρα στην οδό Πατησίων 64. Το φθινόπωρο του 1955 η έδρα μεταφέρθηκε στην οδό Γ' Σεπτεμβρίου 43. Στο κομμάτι του επιβατικού αυτοκινήτου τα πράγματα ήταν λίγο διαφορετικά. Η ίδια επιχείρηση είχε διαθέσιμο το Volvo PV444 από τις αρχές της δεκαετίας του '50. Όμως η παρουσία των επιβατικών της μοντέλων στην χώρα μας ήταν σχετικά περιορισμένη έως τα τέλη της ίδιας δεκαετίας. Βελτίωση σημειώθηκε μετά το 1960 και ενώ είχε ήδη παρουσιαστεί το Volvo Amazon.
Αυτό ήταν το μοντέλο που έβαλε την Volvo για τα καλά στο χάρτη της εγχώριας αγοράς αυτοκινήτου. Η επιτυχία του είχε ως αποτέλεσμα η εταιρεία να διανύσει την καλύτερη της περίοδο στην χώρα μας, κατά το πρώτο μισό τη δεκαετίας του '60. Ενδεικτικά, οι πωλήσεις της στην πρωτεύουσα το 1964 ανήλθαν σε 212 μονάδες, έναντι 206 της Simca, 279 της Mercedes-Benz, 67 της Alfa Romeo, 309 της BMW και 190 της Triumph. Tα νούμερα αυτά αποδεικνύουν πως η Volvo ήταν ιδιαίτερα ανταγωνιστική εκείνη την περίοδο, με την αναλογία να είναι περίπου ίδια σε πανελλαδικό επίπεδο. Το αμέσως επόμενο διάστημα η δυναμική αυτή περιορίστηκε, ενώ η σταθερή έως τότε πορεία της χαρακτηρίστηκε πλέον από σημαντικές αυξομειώσεις. Πάντως, ήδη εκείνη την εποχή είχε εδραιωθεί η φήμη της Volvo για την γερή κατασκευή (το περίφημο "σουηδικό ατσάλι" δεν έλειπε από την προώθηση των μοντέλων της). Όμως η εταιρεία έχτιζε το προφίλ της σχετικά και με την ασφάλεια των αυτοκινήτων της.
Κατά την δεκαετία του '70 η Volvo παρέμεινε καθηλωμένη σε χαμηλά επίπεδα, ενώ μετά το 1972 την "Σαρακάκης & Καλόμοιρος" Α.Ε.Β.Ε διαδέχθηκε η "Αδελφοί Σαρακάκη" Α.Ε.Β.Ε. To μικρό Volvo 343 DL στους 10 φορ. ίππους δεν ενίσχυσε την θέση της, ενώ η υπόλοιπη σειρά αφορούσε μοντέλα μεγαλύτερου κυβισμού. Βέβαια ούτε ο κινητήρας των 1.400 cc για ένα 3θυρο hatchback αποτελούσε την ιδανική επιλογή στην ελληνική αγορά, ενώ και το αυτόματο κιβώτιο ταχυτήτων τύπου Variamatic δεν αποδείχθηκε δημοφιλές. Στα τέλη της δεκαετίας του '70 η Ελληνική Χωροφυλακή και η Αστυνομία Πόλεων προμηθεύτηκαν περιπολικά τύπου Volvo 264 (1978-1979). Δεν ήταν η πρώτη φορά που υπηρέτησαν τα σουηδικά αυτοκίνητα ως περιπολικά στην χώρα μας, εφόσον είχε προηγηθεί μικρός αριθμός από Volvo Amazon περί τα μέσα της δεκαετίας του '60.
Την δεκαετία του '80 η Volvo συνέχισε να διαθέτει υποτονική παρουσία στην εγχώρια αγορά, ενώ το ποσοστό της κυμάνθηκε από το 0.2% έως το 0.5%, με καλύτερη χρονιά το 1985 που πέτυχε συνολικά 410 πωλήσεις. Βασικό μοντέλο εκείνη την εποχή ήταν το τετράθυρο Volvo 340 (εξέλιξη του 343) με τον κινητήρα των 1.400 cc.
Οι προοπτικές για την ελληνική αγορά αυτοκινήτου έδειχναν καλές, με την είσοδο της δεκαετίας του '90. Για την Volvo θα μπορούσαν να είναι ακόμα καλύτερες, με δεδομένο ότι υπήρχε νέο μοντέλο διαθέσιμο (440/460) και οι συνθήκες ήταν περισσότερο ευνοϊκές για αυτοκίνητα με μεγαλύτερους κινητήρες. Τα μεσαία οικογενειακά 440 & 460 είχαν βασικό κινητήρα 1.721 cc. Παρά το "βαρύ" όνομα, η Volvo είχε απέναντι τον καθιερωμένο premium ανταγωνισμό με δυνατές προτάσεις στα 1.600 cc και στα 1.800 cc και καλύτερη τιμολογιακή πολιτική. Σύντομα, τα κίνητρα για την απόσυρση των παλαιών αυτοκινήτων έκαναν μεν πιο δελεαστικά τα μοντέλα της εταιρείας, όμως δεν κατάφερε να αποδειχθεί ανταγωνιστική. Το ποσοστό της ανήλθε στο 0.1% την περίοδο 1990-1991 ενώ το 1992 έφτασε στο 0.2%. Το 1991 η Ελληνική Αστυνομία προμηθεύτηκε για ακόμα μια φορά ορισμένα περιπολικά Volvo, τύπου 460. Το καλύτερο ποσοστό της για όλη την δεκαετία του '90 το πέτυχε την περίοδο 1993-1994, όταν η αγορά βρισκόταν σε ύφεση, με μερίδιο 0.4% και συνολικά 481 και 500 πωλήσεις αντίστοιχα. Τα 440/460 συνέχιζαν να αποτελούν την βασική πρόταση της Volvo, όμως έως τότε είχε προστεθεί στην γκάμα και το μεγαλύτερο 850, στην κατηγορία των 2.000 cc. Όλα τα αναφερόμενα μοντέλα ήταν διαθέσιμα και στις εκδόσεις με κινητήρα Turbo, όπως άλλωστε και το μεγάλο και πολυτελές 960. Στην συνέχεια η Volvo επέστρεψε στο 0.1% έως 0.2% της αγοράς, αν και το 1999 πέτυχε τον υψηλότερο αριθμό πωλήσεων, με 553 μονάδες. Παρέμεινε καθηλωμένη στο 0.2% έως και το 2002, έχοντας εν τω μεταξύ νέα μοντέλα στην γκάμα της, με χαρακτηριστικό το μεσαίο S40 με βασικό κινητήρα στα 1.600 cc. Την ίδια χρονιά τερματίζεται η αποκλειστική συνεργασία της "Αδελφοί Σαρακάκη" ΑΕΒΕ με την Volvo, τα αυτοκίνητα της οποίας εισάγονται πλέον από την "Volvo Cars Hellas" S.A. Από τότε η "Αδελφοί Σαρακάκη" αποτελεί επίσημο διανομέα και εξουσιοδοτημένο επισκευαστή Volvo στην Ελλάδα. Το αμέσως επόμενο διάστημα βελτίωσε σταδιακά την θέση της. Το 2003 πέτυχε 1.392 πωλήσεις (+227.5%) και μερίδιο 0.5%, ενώ το 2007 σημείωσε την καλύτερή της επίδοση για το σύνολο της δεκαετίας, με 2.967 πωλήσεις και μερίδιο 1.1%.
Η εγχώρια αγορά αυτοκινήτου γνώρισε πρωτοφανή κρίση μετά το 2009, όμως όχι και η Volvo. Αντιθέτως, η σουηδική φίρμα αποδείχθηκε ιδιαίτερα ανθεκτική στο δυσμενές κλίμα που επικράτησε την προγούμενη δεκαετία. Το 2012 το ποσοστό της ανήλθε στο 2.4% και κατέκτησε την 14η θέση, από την 21η που κατείχε την προηγούμενη χρονιά. Η επίδοση αυτή είχε μεγαλύτερη αξία διότι η Volvo άφησε για πρώτη φορά πίσω τις BMW και Mercedes (2.3% & 2.2% αντίστοιχα). Την επόμενη χρονιά οι Γερμανοί κατάφεραν να περάσουν ξανά μπροστά και σταδιακά να αυξήσουν την διαφορά, όμως η Volvo συνέχισε να πετυχαίνει ικανοποιητικά νούμερα έως το τέλος της δεκαετίας. Το 2015 πέτυχε το υψηλότερο ποσοστό της, με 2.8% και 2.148 πωλήσεις.
1979
Ιδιαίτερη περίπτωση αποτέλεσε η Saab. Μια εταιρεία με την δική της ξεχωριστή φιλοσοφία, που τα αυτοκίνητά της διακρίνονταν όχι μόνο για την ασφάλειά τους (όπως και της Volvo άλλωστε) αλλά και για την σχεδιαστική τους ταυτότητα καθώς και την υψηλή τους απόδοση. Η ιστορία της στην χώρα μας ουσιαστικά ξεκίνησε το 1960, με πρώτο εισαγωγέα την "ΑΡΜΑ" Ο.Ε των Δ. & Γ. Λαγούτη και του Θ. Δαμάσκου, επί της Λεωφόρου Συγγρού 110 (και αργότερα ως "ΔΑΜΛΑ"). Tην αντιπροσωπεία στην Θεσσαλονίκη είχε αναλάβει η "Ν. Δ. ΒΛΙΟΥΡΑ" Α.Ε (είχε υπάρξει και αντιπρόσωπος της Citroen εκεί) και λίγο αργότερα ο Α. Τρικαλιώτης, επί της Βασ. Σοφίας 67. H Saab εκείνη την εποχή κατασκεύαζε αυτοκίνητα με δίχρονους κινητήρες μικρού κυβισμού (841 cc στο Saab 96), όμως είχε επενδύσει στην συμμετοχή της σε διάφορες αγωνιστικές διοργανώσεις διεθνώς, για την προώθηση των αυτοκινήτων της. Αυτό ήταν αντιληπτό και στις καταχωρήσεις της "ΑΡΜΑ", ήδη από τα πρώτα χρόνια. Παρουσία είχαν και στο δικό μας Ραλλυ Ακρόπολις. Στον εμπορικό τομέα, η παρουσία τους στην χώρα μας ήταν περιορισμένη.
Στα τέλη του 1966 ήταν διαθέσιμο στην χώρα μας το Saab 96 με τον τετράχρονο V4 κινητήρα στα 1.498 cc, προερχόμενο από την Ford Werke.
Σύμφωνα με την ΕΛΣΤΑΤ, το 1970 κυκλοφορούσαν στην χώρα μας 419 αυτοκίνητα Saab. Έως τότε είχε παρουσιαστεί στην χώρα μας και το Saab 99, με τον κινητήρα των 1.709 cc, ενώ την αντιπροσωπεία είχε αναλάβει η "ΔΑΝΕΞ" Α.Ε με έδρα στην Λεωφ. Αθηνών 90. Προς τα τέλη της δεκαετίας του '70 η Saab πέρασε στην "Η. Καμμένος" Α.Ε, με έδρα στην Λεωφ. Συγγρού 196.
Το πρόβλημα στην χώρα μας ήταν πως η Saab προσανατολίστηκε στην χρήση κινητήρων μεγαλύτερου κυβισμού, τα επόμενα χρόνια. Ήδη το επόμενο διάστημα ο κυβισμός του 99 είχε αυξηθεί στα 1.854 cc. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα, η Saab να μπει σταδιακά στο περιθώριο έως τα τέλη της δεκαετίας του '70. Κατά την δεκαετία του '80 η εταιρεία ήταν πρακτικά ανύπαρκτη στην εγχώρια αγορά, με τα μοντέλα της πλέον στην κατηγορία των 2.000 cc (Saab 900 & 9000). Το 1989 ήρθε η ώρα για την επιστροφή της στην Ελλάδα, εφόσον οι συνθήκες στον χώρο του αυτοκινήτου έδειχναν να αλλάζουν προς το καλύτερο και υπήρχε προοπτική για μια θέση στο κομμάτι των "πολυτελών" αυτοκινήτων. Επίσημος εισαγωγέας ήταν η "ΒΑΚΑΡ" Α.Ε (μετέπειτα Α.Β.Ε.Ε) του ομίλου Βασιλάκη, με έδρα στην Λεωφόρο Βουλιαγμένης 576. Το νέο ξεκίνημα της Saab στην Ελλάδα, την βρήκε σε μια δύσκολη και απαιτητική κατηγορία, πολύ διαφορετική σε σχέση με τα δίχρονα μοντέλα της "αθώας" εποχής, τα οποία κυκλοφόρησαν στην χώρα μας. Απέναντι είχε καθιερωμένους αντιπάλους, όπως η Audi, η BMW, η Mercedes αλλά και η ομοεθνής Volvo. Σε αντίθεση με όλες τις παραπάνω φίρμες, η Saab απευθυνόταν αποκλειστικά στους αγοραστές της κατηγορίας των 14 φορ. ίππων ή 2.000 cc. Άρα οι συνολικές πωλήσεις δεν θα ήταν δίκαιο να συγκριθούν άμεσα με τις αντίστοιχες των υπολοίπων premium εταιρειών. Το 1990 η "ΒΑΚΑΡ" είχε διαθέσιμα στην χώρα μας τα 900 & 900 Τurbo σε όλους τους τύπους αμαξώματος (3θυρα/4θυρα/5θυρα/Cabrio) και τα 9000 & 9000 Turbo, όλα με κινητήρα 1.985 cc σε διάφορες παραλλαγές. Οι τιμή του βασικού 900 ξεκινούσε από τα 8.5 εκατομμύρια δραχμές περίπου, όμως η πλειονότητα της γκάμας της υπερέβαινε τα 10 εκ. δρχ.
Με αυτά τα δεδομένα, τα 64 αυτοκίνητα που διέθεσε εκείνη την χρονιά στην χώρα μας είναι μια μάλλον ικανοποιητική επίδοση. Τα επόμενα δύο χρόνια οι πωλήσεις της κινήθηκαν ανοδικά, δείχνοντας πως κέρδιζε την εμπιστοσύνη ενός περιορισμένου αλλά δυναμικού κοινού. Αυτό έγινε περισσότερο σαφές το 1993, όταν οι πωλήσεις της Saab ανήλθαν στις 370 μονάδες με μερίδιο αγοράς 0.3%. Η επίδοση αυτή είχε σαν αποτέλεσμα η Saab να προηγείται της Volvo στην ελληνική αγορά, η οποία πέτυχε 298 πωλήσεις (0.2%).
H Saab συνέχισε δυναμικά την πορεία της. Το 1994 πέτυχε ποσοστό 0.5% επί του συνόλου, με 517 πωλήσεις. Μάλιστα στην κατηγορία των 2.000 cc αμφισβήτησε για πρώτη φορά στα ίσια τον γερμανικό ανταγωνισμό (BMW 520i & Mercedes E200), με το ανανεωμένο 9000. Η επιτυχία αυτή ήταν σημαντική αν αναλογιστούμε πως οι Γερμανοί αποτελούσαν έως τότε το ισχυρό κατεστημένο στην ελληνική "executive" αγορά. Το 1995 η Saab διατήρησε το ποσοστό της (0.5%), ενώ αύξησε τις πωλήσεις της, συνεχίζοντας να προηγείται στα 2.000 cc κυρίως χάρη στο 9000. Ικανοποιητικές ήταν και οι πωλήσεις του νέου 900, το οποίο άφησε ελαφρώς πίσω το Volvo 850. Συνολικά το 1995 ήταν η χρονιά που η Saab σημείωσε την καλύτερη της επίδοση στην χώρα μας για όλη την δεκαετία του '90, με 586 μονάδες. Το επόμενο διάστημα και έως το 2003 διατήρησε ένα ικανοποιητικό ποσοστό, λαμβάνοντας υπόψη πάντα το κυβισμό των μοντέλων της. Είναι χαρακτηριστικό το γεγονός ότι, σε αντίθεση με τις ανταγωνίστριες εταιρείες, η Saab όλο αυτό το διάστημα δεν επέκτεινε την γκάμα της σε μικρότερες κατηγορίες, είτε αμαξώματος, είτε κυβισμού. Πάντως παρουσίασε νέα μοντέλα, όπως το μεγάλο 9-5 και αργότερα το νέο μεσαίο 9-3, το οποίο παρουσίαστηκε στην χώρα μας το Νοέμβριο του 2002 (η ονομασία 9-3 είχε δοθεί αρχικά στο ανανεωμένο 900, στα τέλη των 90s). Μόνο μετά την έλευση αυτού του μοντέλου η εταιρεία κατέβηκε κατηγορία σε κυβικά, με την έκδοση 1.8 (1.796 cc / 122 ps). Οι πωλήσεις βελτιώθηκαν την περίοδο 2004-2005, με ποσοστό 0.4% και 0.5% αντίστοιχα. Έως το 2009 τα ποσοστά της παρέμειναν σε ικανοποιητικά επίπεδα, όμως η εταιρεία όδευε προς το τέλος της. Το 2011 κήρυξε πτώχευση, αποτελώντας μία από τις θυγατρικές της General Motors που πέρασαν στην ιστορία. Η αμερικάνικη εταιρεία είχε το 50% της Saab από το 1989, ενώ το 2000 απέκτησε τον πλήρη έλεγχo.
Saab 9000 CS
H Volvo είναι πλέον ο μοναδικός εκπρόσωπος της σουηδικής αυτοκινητοβιομηχανίας. Τα τελευταία χρόνια έχει εμπλουτίσει την γκάμα της με SUV μοντέλα, τα οποία γνωρίζουν επιτυχία σε πολλές χώρες. Το εικονιζόμενο XC40 αποτελεί το δημοφιλέστερο μοντέλο της εταιρείας στην Ελλάδα, για το 2020. Το διάστημα Ιανουαρίου-Σεπτεμβρίου πέτυχε 668 πωλήσεις, από τις συνολικά 999 της Volvo.
Β.Α
Έρευνα & αρχείο: Hellenic Motor History © (2020)
Στοιχεία: ΣΕΑΑ & ΕΛΣΤΑΤ
Με πληροφορίες από την Volvo Car Greece