Έχει γίνει αρκετές φορές αναφορά στην κατάσταση που επικρατούσε στην ελληνική αγορά αυτοκινήτου κατά την δεκαετία του '80. Οι υπέρογκες φορολογικές επιβαρύνσεις στα καινούργια επιβατικά αυτοκίνητα ήταν η βασική παράμετρος που καθόρισε την εικόνα της αγοράς εκείνη την περίοδο. Στις αρχές του 1987 ήρθε να προστεθεί ακόμα μια επιβάρυνση, με την καθιέρωση του Φόρου Προστιθέμενης Αξίας (Φ.Π.Α). Η εφαρμογή του έγινε στα πλαίσια εναρμόνισης της Ελλάδας με τις υπόλοιπες χώρες-μέλη της Ε.Ο.Κ σχετικά με την έμμεση φορολογία. Το πρόβλημα θα ήταν μικρό αν η ελληνική πολιτεία είχε εναρμονιστεί με τις υπόλοιπες ευρωπαϊκές χώρες και στο θέμα της αντιμετώπισης απέναντι στο ιδιωτικό αυτοκίνητο. Αντίθετα, η επιμονή στην λογική της υψηλής φορολογίας είχε ως αποτέλεσμα η χώρα μας να διαθέτει τους υψηλότερους φορολογικούς συντελεστές στην Ευρώπη. Έως το 1987 ήταν πλέον φανερό πως η πολιτική αυτή οδηγούσε σε αδιέξοδο. Ξαφνικά, υπήρξαν "πληροφορίες" και δημοσιεύματα για αλλαγή πολιτικής, με τους αρμόδιους να εξετάζουν το ενδεχόμενο φορολογικών ελαφρύνσεων στην αγορά των καινούργιων αυτοκινήτων. Στην πράξη η κυβέρνηση δεν βιαζόταν να προχωρήσει εσπευσμένα σε τέτοιες ενέργειες, εφόσον η ισχύουσα πολιτική απέφερε σημαντικά έσοδα στα δημόσια ταμεία. Την προηγούμενη χρονιά το κράτος εισέπραξε από φόρους στα καινούργια αυτοκίνητα περί τα 70 δισεκατομμύρια δραχμές (!). Όμως το όφελος αυτό βασιζόταν σε ένα στρεβλό πλαίσιο, από το οποίο προέκυπταν μια σειρά από προβλήματα. Η κυβέρνηση ανέβαλε την ουσιαστική επίλυσή τους, κρύβοντάς τα κάτω από το χαλί, όμως δεν μπορούσε να αγνοήσει και την σκληρή πραγματικότητα. Κατά συνέπεια η κυβέρνηση εξέταζε το ζήτημα αλλά σε χαλαρούς ρυθμούς. Όμως το ενδεχόμενο να υπάρξουν μεταβολές πάντα δημιουργεί το ανάλογο κλίμα και οι καταναλωτές κρατάνε στάση αναμονής. Έτσι, μετά το καλοκαίρι δεν υπήρξε μόνο αναβολή αγοράς από μερίδα καταναλωτών, αλλά ακόμα και πολλές ακυρώσεις αγορών. Εν τω μεταξύ οι αρμόδιοι μελετούσαν φορολογικά μέτρα για την αποτροπή της αθρόας εισαγωγής μεταχειρισμένων επιβατικών, τα οποία έως τότε κάλυπταν ένα σημαντικό ποσοστό επί των συνολικών πωλήσεων. Σύμφωνα με δημοσιεύματα της εποχής, τα συναρμόδια υπουργεία ήταν ¨ενήμερα" για τα ζητήματα γύρω από το αυτοκίνητο, ενώ υπήρχε και εισήγηση από επιτροπή που είχε συσταθεί για τον σκοπό αυτό. Μεταξύ άλλων υπήρχε η επισήμανση για τους κινδύνους από την γήρανση του στόλου των αυτοκινήτων, ενώ τόνιζε το πρόβλημα της απαγόρευσης χρηματοδότησης από τις τράπεζες για την αγορά νέου αυτοκινήτου. Υπήρχαν φήμες πως η κυβέρνηση "μελετούσε" το θέμα της χορήγησης δανείων για την αντικατάσταση αυτοκινήτων μεγάλης ηλικίας, όμως υπήρχαν ανησυχίες για το συναλλαγματικό κόστος και σε ποια έκταση θα ήταν αυτό εφικτό. Η πιθανότητα για αποφάσεις "εν όψει" σχετικά με το φθηνό Ι.Χ, οδήγησε σε πτώση των πωλήσεων, σε μια ήδη υποτονική αγορά. Το μέγεθος της πτώσης ήταν τέτοιο, ώστε τον Νοέμβριο του 1987 ταξινομήθηκαν στην χώρα μας μόλις 2.480 καινούργια επιβατικά αυτοκίνητα! Είχε προηγηθεί σημαντική υποχώρηση των πωλήσεων τον Οκτώβριο (-34.4%).
Μέσα σε αυτό το περιβάλλον οι εισαγωγικές εταιρείες έκαναν ό,τι μπορούσαν να προσελκύσουν το -σχεδόν- ανύπαρκτο αγοραστικό κοινό. Η Nissan κυριάρχησε στις πωλήσεις Νοεμβρίου '87, κατακτώντας το γιγαντιαίο 26.7% της αγοράς με 662 μονάδες! Η Toyota πέτυχε το εξαιρετικό 17.0% με 422 μονάδες, όμως από τις υπόλοιπες εταιρείες μόνο δύο κατάφεραν να διαθέσουν πάνω από 100 αυτοκίνητα μέσα στον μήνα. Η Fiat με 135 μονάδες (5.4%) και η Volkswagen με 101 μονάδες (4.1%). Την ίδια εποχή, εκτός από το γενικότερο ζήτημα της ατμοσφαιρικής ρύπανσης από τα γηρασμένα οχήματα, την κυβέρνηση απασχολούσε ιδιαίτερα η ρύπανση που προκαλούσαν τα χιλιάδες πετρελαιοκίνητα ταξί στην πρωτεύουσα. Η Διυπουργική Ομάδα Εργασίας που είχε συσταθεί για αυτό το θέμα, πρότεινε την αντικατάσταση τους με νέα υγραεριοκίνητα ταξί και ως εναλλακτικό καύσιμο την αμόλυβδη βενζίνη με χρήση καταλύτη. Η χρήση υγραερίου είχε επιτραπεί παράλληλα με το πετρέλαιο από 1/1/1981, όμως το τελευταίο είχε προτιμηθεί από την πλειοψηφία των ιδιοκτητών ταξί.
Όσο η κυβέρνηση και οι αρμόδιες επιτροπές "εξέταζαν" τα προβλήματα στον χώρο του αυτοκινήτου, η εγχώρια αγορά βίωνε δύσκολες μέρες. Οι εισαγωγικές επιχειρήσεις αλλά και το αγοραστικό κοινό έπρεπε να περιμένουν μέχρι το 1990, ώστε να υπάρξει ουσιαστική αλλαγή στην πολιτική για το αυτοκίνητο προς την σωστή κατεύθυνση.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου