Η σύμβαση υπογράφηκε στις 11 Οκτωβρίου. Ο Νικόλαος Π. Δεληγιάννης εκπροσώπησε την χώρα μας, ενώ έλαβαν επίσης μέρος η Γερμανία, η Αυστροουγγαρία, το Βέλγιο, η Βουλγαρία, η Ισπανία, η Γαλλία, η Μεγ. Βρετανία, η Ιταλία, το Μονακό, το Μαυροβούνιο, η Πορτογαλία, η Ρουμανία, η Ολλανδία, η Ρωσία και η Σερβία.
Η σύμβαση των Παρισίων επικυρώθηκε με νόμο τον Αύγουστο του 1911. Ήταν ο νόμος 3897/1911 "περί κυρώσεως διεθνούς συμβάσεως αφορώσης εις την κυκλοφορίαν των αυτοκινήτων" (ΦΕΚ 235, 23-8-1911).
Ο έλεγχος για την λειτουργία των αυτοκινήτων ανέλαβε το τμήμα των Σιδηροδρόμων του Υπουργείου Εσωτερικών., ενώ ο έλεγχος της κυκλοφορίας ανατέθηκε στις κατά τόπους αστυνομικές αρχές.
Στο άρθρο 1 του νόμου αναφέρονταν οι όροι που έπρεπε να πληροί ένα αυτοκίνητο ώστε να μπορεί να κυκλοφορεί σε δημόσιους δρόμους. Επίσης όριζε με ποιά όργανα χειρισμού και ασφαλείας έπρεπε να είναι εφοδιασμένο ένα αυτοκίνητο, δηλαδή τις γενικές προδιαγραφές που ήταν απαραίτητες για την οδήγηση και την κυκλοφορία του.
Φυσικά, τις κατάλληλες προδιαγραφές έπρεπε να έχει και ο οδηγός, ώστε να εγγυάται την δημόσια ασφάλεια (άρθρο 2). Σχετικά με την διεθνή κυκλοφορία, κανείς δεν μπορούσε να οδηγήσει εάν δεν λάμβανε την σχετική άδεια από την αρμόδια υπηρεσία, εφόσον αποδείκνυε την ικανότητα του να οδηγεί.
Η άδεια οδηγού δεν μπορούσε να χορηγηθεί σε άτομα κάτω των 18 ετών.
Το άρθρο 3 όριζε την παροχή και θεώρηση των διεθνών πιστοποιητικών πορείας. Τα πιστοποιητικά αυτά είχαν ισχύ ενός έτους και επέτρεπαν την ελεύθερη κυκλοφορία σε οποιοδήποτε από τα υπόλοιπα συμβαλλόμενα κράτη, χωρίς περαιτέρω ελέγχους.
Όμως υπήρχε δυνατότητα ανάκλησης των πιστοποιητικών εάν το όχημα δεν δεν πληρούσε τις απαιτούμενες προδιαγραφές αλλά και στην περίπτωση που ο ιδιοκτήτης ή ο οδηγός του οχήματος δεν είχε την εθνικότητα ενός των συμβαλλομένων κρατών.
Για την διέλευση από ένα κράτος σε άλλο, ήταν απαραίτητη η τοποθέτησης ειδικής πινακίδας με τα γράμματα αναγνώρισης της εθνικότητας, σε εμφανές σημείο, στο πίσω μέρος του οχήματος (στην περίπτωση της Ελλάδας το χαρακτηριστικό "GR").
Η σύμβαση όριζε συγκεκριμένα τις προδιαγραφές και τις διαστάσεις της πινακίδας αυτής.
Χαρακτηριστική είναι η αναφορά στα όργανα ειδοποιήσεως (άρθρο 5), εφόσον "παν αυτοκίνητον δέον να είναι εφοδιασμένον δια σάλπιγγος, βαρέος ήχου, ίνα παράγη προειδοποιητικόν σήμα".
Επίσης, με την δύση του ηλίου έπρεπε να γίνεται χρήση δύο φανών στο εμπρόσθιο μέρος και ενός φωτός στο πίσω μέρος, ικανό να καθιστά αναγνώσιμα τα διακριτικά του οχήματος (πινακίδες).
Οι διατάξεις του νόμου ίσχυαν για όλα τα δίτροχα, τρίτροχα και τετράτροχα οχήματα.
Επίσης ορίζονταν οι υποχρεώσεις των οδηγών όταν επισκέπτονταν άλλα κράτη, όπως η συμμόρφωση με τους τοπικούς νόμους και κανονισμούς , αλλά και την υποχρέωση των κρατών σχετικά με την σήμανση των δρόμων, ειδικά σε επικίνδυνες διαβάσεις, περιπτώσεις αποφυγής εμποδίων κλπ.
Ενδιαφέρουσα ήταν η διευκρίνηση ότι "η παρούσα σύμβασις εφαρμόζεται διακαιωματικώς μόνο εν ταις μητροπολιτικαίς χώρας των συμβαλλομένων Κρατών". Εάν κάποια χώρα επιθυμούσε να συμπεριλάβει στη σύμβαση και τυχόν αποικίες που διέθετε, θα έπρεπε να ενημερώσει την Γαλλική Κυβέρνηση ώστε να γίνουν οι απαραίτητες ενέργειες.
Ο νόμος 3897/1911 ήταν μια πρώτη προσπάθεια του Ελληνικού Κράτους να εναρμονιστεί νομοθετικά με τις διεθνείς εξελίξεις, στον χώρο του αυτοκινήτου.
Στο άρθρο 1 του νόμου αναφέρονταν οι όροι που έπρεπε να πληροί ένα αυτοκίνητο ώστε να μπορεί να κυκλοφορεί σε δημόσιους δρόμους. Επίσης όριζε με ποιά όργανα χειρισμού και ασφαλείας έπρεπε να είναι εφοδιασμένο ένα αυτοκίνητο, δηλαδή τις γενικές προδιαγραφές που ήταν απαραίτητες για την οδήγηση και την κυκλοφορία του.
Φυσικά, τις κατάλληλες προδιαγραφές έπρεπε να έχει και ο οδηγός, ώστε να εγγυάται την δημόσια ασφάλεια (άρθρο 2). Σχετικά με την διεθνή κυκλοφορία, κανείς δεν μπορούσε να οδηγήσει εάν δεν λάμβανε την σχετική άδεια από την αρμόδια υπηρεσία, εφόσον αποδείκνυε την ικανότητα του να οδηγεί.
Η άδεια οδηγού δεν μπορούσε να χορηγηθεί σε άτομα κάτω των 18 ετών.
Το άρθρο 3 όριζε την παροχή και θεώρηση των διεθνών πιστοποιητικών πορείας. Τα πιστοποιητικά αυτά είχαν ισχύ ενός έτους και επέτρεπαν την ελεύθερη κυκλοφορία σε οποιοδήποτε από τα υπόλοιπα συμβαλλόμενα κράτη, χωρίς περαιτέρω ελέγχους.
Όμως υπήρχε δυνατότητα ανάκλησης των πιστοποιητικών εάν το όχημα δεν δεν πληρούσε τις απαιτούμενες προδιαγραφές αλλά και στην περίπτωση που ο ιδιοκτήτης ή ο οδηγός του οχήματος δεν είχε την εθνικότητα ενός των συμβαλλομένων κρατών.
Για την διέλευση από ένα κράτος σε άλλο, ήταν απαραίτητη η τοποθέτησης ειδικής πινακίδας με τα γράμματα αναγνώρισης της εθνικότητας, σε εμφανές σημείο, στο πίσω μέρος του οχήματος (στην περίπτωση της Ελλάδας το χαρακτηριστικό "GR").
Η σύμβαση όριζε συγκεκριμένα τις προδιαγραφές και τις διαστάσεις της πινακίδας αυτής.
Χαρακτηριστική είναι η αναφορά στα όργανα ειδοποιήσεως (άρθρο 5), εφόσον "παν αυτοκίνητον δέον να είναι εφοδιασμένον δια σάλπιγγος, βαρέος ήχου, ίνα παράγη προειδοποιητικόν σήμα".
Επίσης, με την δύση του ηλίου έπρεπε να γίνεται χρήση δύο φανών στο εμπρόσθιο μέρος και ενός φωτός στο πίσω μέρος, ικανό να καθιστά αναγνώσιμα τα διακριτικά του οχήματος (πινακίδες).
Οι διατάξεις του νόμου ίσχυαν για όλα τα δίτροχα, τρίτροχα και τετράτροχα οχήματα.
Επίσης ορίζονταν οι υποχρεώσεις των οδηγών όταν επισκέπτονταν άλλα κράτη, όπως η συμμόρφωση με τους τοπικούς νόμους και κανονισμούς , αλλά και την υποχρέωση των κρατών σχετικά με την σήμανση των δρόμων, ειδικά σε επικίνδυνες διαβάσεις, περιπτώσεις αποφυγής εμποδίων κλπ.
Ενδιαφέρουσα ήταν η διευκρίνηση ότι "η παρούσα σύμβασις εφαρμόζεται διακαιωματικώς μόνο εν ταις μητροπολιτικαίς χώρας των συμβαλλομένων Κρατών". Εάν κάποια χώρα επιθυμούσε να συμπεριλάβει στη σύμβαση και τυχόν αποικίες που διέθετε, θα έπρεπε να ενημερώσει την Γαλλική Κυβέρνηση ώστε να γίνουν οι απαραίτητες ενέργειες.
Ο νόμος 3897/1911 ήταν μια πρώτη προσπάθεια του Ελληνικού Κράτους να εναρμονιστεί νομοθετικά με τις διεθνείς εξελίξεις, στον χώρο του αυτοκινήτου.
B.A
Έρευνα Hellenic Motor History © 2019
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου